Καλημέρα καλημέρα! Παρασκευή σήμερα και όπως είδατε και χθες, μια χαρά ταινιούλες έχουν βγει στις αίθουσες και μάλιστα, για όλα τα γούστα. Αν θες εναλλακτικό, teen ρομάντζο, προτίμησε το "Warm Bodies", εκεί όπου zombie boy meets girl. Αν θες περιπέτεια και δράση τέρμα τα γκάζια, προτίμησε Tom Cruise (γνωστός για την "κακία" του) και "Jack Reacher". Αν πάλι είσαι του ολίγον πιο πολιτικού cinema και των sexy αγοριών (ναι, κάποιες φορές αυτά πάνε μαζί), τσέκαρε το "No" με πρωταγωνιστή τον Gael Garcia Bernal. Σου έχουμε όμως και κάτι αρκετά πιο στιβαρό και σκληρό, και συγκεκριμένα το ωμό δράμα, "After Lucia" το οποίο πραγματεύεται το ενδοσχολικό bullying, με τρόπο αληθινό και δύσκολο στην κατάποση. Τέλος, έχουμε και την ταινία της εβδομάδας, για την οποία μιλήσαμε την Τετάρτη. Το "Silver Linings Playbook" είναι cool και όσο ρομάντζο πρέπει. Δες το. Και αφού σου έδωσα όλες αυτές τις εναλλακτικές, αν στην τελική βαρεθείς και κάτσεις σπίτι δες, "Rust and Bone". Οχι τίποτα άλλο, αλλά οι blogoscars λίστες καραδοκούν. Για πάμε.
O Ali (Mattias Schoenaerts) είναι ένας χωρισμένος πατέρας, ο οποίος έπειτα από την στιγμή που αναλαμβάνει να μεγαλώσει τον πεντάχρονο γιο του, μετακομίζει από το Βέλγιο, στο Antibes, προκειμένου να ζήσει μαζί με την αδελφή του και τον άντρα της. Εκεί ο Ali, ο οποίος έχει μείνει χωρίς δουλειά και λεφτά, θα εξασφαλίσει τα προς το ζην, εργαζόμενος πότε ως σεκιουριτάς, πότε ως συμμετέχων σε αγώνες ξύλου και πότε ως "πόρτα", σε ένα τοπικό club. Εκεί, θα γνωρίσει ένα βράδυ την ωραία και μοιραία Stepahnie (Marion Cotillard), η οποία εργάζεται ως εκπαιδεύτρια φαλαινών. Όταν η ίδια λίγες μέρες αργότερα, χάσει τα πόδια της, σε ένα φριχτό ατύχημα στην δουλειά της, η σχέση της με τον πληθωρικό Ali, θα γίνει πιο ουσιαστική, μιας που θα βρει στο πρόσωπό του τον μοναδικό άνθρωπο που δεν αισθάνεται πλέον γι' αυτήν, οίκτο. Οι δυο τους θα εμπλακούν σε μια ιστορία μέσα από την οποία θα έχουν την δυνατότητα να βρουν και πάλι τους χαμένους τους εαυτούς και τελικά, να "σταθούν στα πόδια τους".
Ο Γάλλος σκηνοθέτης Jack Audiard, σκηνοθετεί εδώ ένα βαρύγδουπο και ασφυκτικό δράμα καταστάσεων, το οποίο όμως είναι πασπαλισμένο με ψήγματα αισιοδοξίας, αλλά και μια φρέσκια πνοή την οποία του πασάρουν ιδανικά οι δυο νεαροί πρωταγωνιστές, με τις αισθαντικές τους ερμηνείες. Παρά το γεγονός οτι η ιστορία έχει μια τάση προς μελοδραματισμό (ιδιαίτερα κατά το τέλος, εκεί που ένα ολόκληρο συμβάν θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, χάριν ρεαλισμού και αποφυγής βαριάς μοίρας), εντούτοις τόσο η σκηνοθετική δεινότητα του Audiard, όσο και οι εντελώς μιουταρισμένες ερμηνείες των ηθοποιών, οι οποίες περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα συναισθήματα, κατατάσσουν το "Rust and Bone", στην κατηγορία εκείνη των ταινιών, που μεταβιβάζουν την δραματική τους υπόσταση στην δυναμική δράση των πρωταγωνιστών, χωρίς να τους αφήνουν για πολύ έρμαια των καταστάσεων, αλλά επικεντρώνοντας κυρίως την προσοχή στο μετά, και οχι στο τώρα. Χαρακτηριστική εξάλλου είναι και η στάση της ηρωίδας την οποία υποδύεται εξόχως η Cottilard (και η οποία είναι βέβαια όλη η ταινία). Σοκ, δάκρυα και ολοκληρωτική άρνηση της νέας της κατάστασης, σε πρώτη φάση, δυναμισμός και ανεξαρτησία στην επόμενη.
Ο Audiard όπως φαίνεται, δεν έχει ανάγκη ούτε να μας κάνει να κλάψουμε, ούτε να λυπηθούμε τους ήρωές του, αλλά μάλλον να βρεθούμε στο πλευρό τους, να τους συμπαρασταθούμε και-γιατί οχι;-να λυτρωθούμε και εμείς παρέα τους, μέσα από τυχόν δικές μας ψυχολογικές και συναισθηματικές "αναπηρίες". Και αυτό είναι που κάνει την ταινία του να ξεχωρίζει και να καταλήγει τελικά από wannabe μελό, σε έναν ειλικρινή αγώνα ζωής.
Το σενάριο της ταινίας, βασίζεται στην ομώνυμη νουβέλα του Καναδού συγγραφέα Craig Davidson, και αποτελεί τμήμα των μικρών ιστοριών που περιλαμβάνονται σε αυτήν.
Όπως διαπιστώνει κανείς βλέποντας το "Rust and Bone", ο Audiard απομακρύνεται πλέον από την ανδροκρατούμενη φιλμογραφία του ("See How They Fall", "A Self-Made Hero", "A Prophet"), θέτοντας στον προσκήνιο την γυναικεία ιδιοσυγκρασία και μάλιστα αυτή μιας γυναίκας, η οποία χρησιμοποιεί το ατύχημά της ως αφορμή, για μια ολοκληρωτική αλλαγή πλεύσης, στην μέχρι τότε πραγματικότητά της. Προφανώς και δεν είναι τυχαίο το γεγονός, πως ενώ στη νουβέλα, ο ανδρικός χαρακτήρας είναι αυτός που χάνει τα πόδια του, ο Audiard αποφασίζει εντέλει να βάλει στο κέντρο του κυκλώνα την σχεδόν φιλήδονη Stephanie. Και το κάνει αυτό για συγκεκριμένο λόγο.
Αν και δεν βλέπουμε την Cotillard αμέσως, από την στιγμή που ξεκινάει η ταινία, η είσοδός της στο story, γίνεται με τρόπο που προοικονομεί τα πάντα. Πέρα από το έξυπνο, σκηνοθετικό στήσιμο της Stephanie, η οποία βρίσκεται στο club πεσμένη στο πάτωμα, με αποτέλεσμα ο χαρακτήρας του Ali να βλέπει για πρώτη φορά μόνο τα πόδια της, η ίδια συνεχίζει λίγο μετά να αποτελεί την προσωποποίηση της γυναικείας πρόκλησης, τόσο με το ντύσιμο, όσο και με την συμπεριφορά της: αδιάφορη, ψυχρή και υπεροπτική, είναι μια "watch, but do not touch" γυναίκα, από αυτές που είναι έτοιμες να εκχύσουν δηλητήριο, στην πρώτη ματιά. Κάπου εκεί, και λίγο μετά το ατύχημα συνειδητοποιείς οτι ούτε το πρώτο βλέμμα του Ali που πέφτει στα πόδια της, ούτε και η εμμονή του με το μήκος του φορέματός της που "την κάνει να φαίνεται σαν πόρνη", είναι τυχαία: ο Ali έχει μόλις εντοπίσει το "όπλο" της. Και είναι ο μόνος που μπορεί στην συνέχεια να καταλάβει τη σημαίνει για εκείνην, η οριστική απώλεια των ποδιών της: εξαφάνιση της γυναικείας της ταυτότητας, της υπεροχής και της ελευθερίας της. Τώρα η Stephanie θα πρέπει να μάθει να ζει σαν νέο άτομο, θέτοντας από την αρχή τα όριά της και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται την σχέση της με τους άλλους. Η απώλεια των άκρων, είναι η απώλεια ενός παλιού εαυτού. Η αναγέννηση είναι δύσκολη, είναι όμως και σωτήρια.
Η σκηνοθεσία του Audiard υπηρετεί τους αφηγηματικούς του σκοπούς, χωρίς όμως να καθίσταται λεπτό βαρετή και τετριμμένη. Είναι μια διαρκής αναζήτηση του επόμενου βήματος των κεντρικών ηρώων, σε μια επίπονη και βαθιά ανθρώπινη προσπάθεια αποδέσμευσης από τα καθημερινά προβλήματα. Μέσα σε όλη αυτή την κατά τα άλλα απλή ματιά του σκηνοθέτη, η κάμερά του γίνεται σε στιγμές, κοινωνός ενός εναλλακτικού κόσμου, όταν παρουσιάζει πλάνα, που αν και δεν είναι ακριβώς εμβόλιμα, εντούτοις φαίνεται πως δεν έχουν μεγάλη σχέση με το θέμα της δράσης, όπως αυτή συμβαίνει την εκάστοτε στιγμή. Οι "υποθαλάσσιες" (ή βασικά, υποπισίνιες) λήψεις της κάμερας, λειτουργούν σαν μικρές μπουκιές μαγικού ρεαλισμού, γεγονός που ενισχύεται ακόμα περισσότερο από το slow motion. Η ηρεμία του γαλάζιου, οι σωματιδιακοί κόκκοι και τα υπολείμματα που καταγράφονται ιδανικά στον φακό, έρχονται ξαφνικά σε έντονη αντίθεση με τον ψυχισμό της ηρωίδας, και με την άνευ επιστροφής εικόνα, της δικής της, σωματικής καταστροφής.
Μέσα στο πλέξιμο του εν δυνάμει love story, που κάπως αντισυμβατικά η αλήθεια είναι, μοιάζει να στήνει ο Audiard, ανάμεσα στους πρωταγωνιστές του, ισχυρό στοιχείο είναι και η ιδέα του σεξ. Οχι του έρωτα, του σεξ. Κατά την άποψή μου, ο σκηνοθέτης τοποθετεί ιδανικά την ανάγκη για σαρκική επαφή της πρωταγωνίστριας (τυχαία τα πάντα έχουν να κάνουν εδώ με την σάρκα; Από τον ακρωτηριασμό, και το ξύλο του Ali, το οποίο παρακολουθούμε με έμφαση στο αίμα που στάζει και τους μώλωπες, μέχρι την ιδρωμένη προπόνηση του σώματός του και φυσικά, το ζωώδες σεξ), στο βλέμμα και την επιθυμία της Stephanie, καθιστώντας το, οχι ως μια απλή, ενστικτώδη διαδικασία, αλλά ως μια σωτήρια ανάγκη για την-εν μέρει-επιστροφή στον προ του ατυχήματός της, χαρακτήρα. Αυτόν που έχει ξεκάθαρα να κάνει με το να νιώθεις την ζεστασιά ενός άλλου κορμιού, πάνω στο δικό σου. Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε οτι το "Rust and Bone", είναι μια μια ταινία κομμένη και ραμμένη πάνω στην ιδέα του ανθρώπινου σώματος.
Πέρα από την σκηνοθετική σεξουαλικότητα, αυτή είναι έκδηλη και ανάμεσα στο πρωταγωνιστικό ζευγάρι, το οποίο με την σειρά του μάλλον θα ικανοποίησε απόλυτα τις ανάγκες του Audiard, μιας που ερμηνευτικά ήταν και οι δυο πολύ καλοί.
Από την μια πλευρά ο Schoenaerts, ο οποίος είχε προκαλέσει αίσθηση με την ερμηνεία του στο "Bullhead", υποδύεται εδώ έναν ρόλο, οχι και πολύ μακριά από την προηγούμενή του ταινία. Δυναμικός, αποστασιοποιημένος συναισθηματικά και με μια καθαρή, brutal ανάγκη να υποκινεί την κάθε του πράξη, δημιουργεί ένα απρόσμενα ταιριαστό έτερον ήμισυ της εύθραυστης Cotillard, η οποία εδώ, είναι έτοιμη για όλα. Τι κι αν έχει δηλώσει οτι σιχαίνεται τις ερωτικές σκηνές στις ταινίες, στο "Rust and Bone" την βλέπουμε συχνά-πυκνά γυμνή, να κάνει μπάνιο και φυσικά σεξ, αντιλαμβανόμενη όπως λέει και η ίδια, την ανάγκη της ηρωίδας για κάτι τέτοιο. Μεγάλη αδικία που δεν τσίμπησε μια υποψηφιότητα για χρυσό αγαλματάκι, αλλά μικρό το κακό μιας που δεν κρίνονται όλα από εκεί. Απόλυτα εκφραστική, μελαγχολική και με μια γυναικεία μαγκιά που μαγνητίζει, δίνει την καλύτερή της ερμηνεία εδώ και καιρό, ακόμα και αν συμμετείχε παράλληλα στα γυρίσματα του "The Dark Knight Rises".
Το "Rust and Bone" είναι μια ταινία που ξεφεύγει την προβληματική του άνευ λόγου δράματος, και αποτελεί την ιδανική ευκαιρία για τα αστέρια της να λάμψουν για πράγματα που έχουν σημασία. Όμορφη σκηνοθεσία και ερμηνείες, συνθέτουν ένα ταινιάκι, που μπορεί να μην αποτελεί το καλύτερο της χρονιάς, αξίζει όμως την προσοχή σας γιατί στην τελική, είναι πραγματικά καλό. Δείτε το, αν δε το έχετε ήδη κάνει.
Τι έμαθα από την ταινία: Οτι αυτή Cotillard είναι εξωφρενικά όμορφη (δηλαδή οκ....), οτι ο πρωταγωνιστής μου θυμίζει έναν φίλο μου και οτι η δουλειά που έχουν κάνει με τα πόδια είναι εκπληκτική.
No trivia
Σκληρό, ρεαλιστικό και αντισυμβατικό δράμα. Ο Schoenaerts ήταν πραγματικά ανατριχιαστικός στο "Bullhead".
ΑπάντησηΔιαγραφή3/5: Καλή
Έτσι βρε παιδί, ωραίο να βλέπουμε νέες φάτσες στα κινηματογραφικά. Matthias you are doing it right!
ΑπάντησηΔιαγραφή