Καλημέρα και καλή εβδομάδα! Σήμερα θα ξεκινήσουμε με μια ταινία η οποία πρόκειται να επανακυκλοφορήσει από τις Πέμπτη στις αίθουσες (φαντάζομαι πιο συγκεκριμένα στους θερινούς κινηματογράφους), μιας που είθισται καλοκαιράκι και ταινίες περασμένων ετών.
Η συγκεκριμένη είναι του 2001 σε σκηνοθεσία Michael Haneke και όπως επιτάσσει η φιλμογραφία αυτού του δημιουργού, δεν είναι για όσους δεν περιμένουν από αυτή κάτι το κομματάκι διαφορετικό. Εν προκειμένω του ιδιαίτερου χαρακτήρα της πρωταγωνίστριας. "The Piano Teacher" λοιπόν...
Η Erika Kohut (Isabelle Huppert) είναι μια δασκάλα πιάνου αυστηρή και καθωσπρέπει, η οποία με την αδαμάντινη και αλύγιστη κριτική της, κερνάει τους μαθητές της ένα σφηνάκι σκληρής ζωής όπως αυτή τους περιμένει στον καθόλα ανταγωνιστικό μουσικό χώρο που επέλεξαν να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους.
Η Erika όμως είναι πολλά περισσότερα από αυτά που αφήνει να φανούν, μια απλησίαστη και σκληρή δηλαδή γυναίκα, η οποία ζει με την εξίσου επιβλητική και καταπιεστική της μητέρα, παρά το γεγονός πως έχει φτάσει στα σαράντα και πως δίνει την εντύπωση μιας καχεκτικής γεροντοκόρης. Η ίδια φαίνεται να μη δίνει και τόση σημασία στο φαίνεσθαι, όσο στο προσωπικό της είναι, αδιαφορώντας για κάθε τι που συμβαίνει γύρω της και δεν περιλαμβάνει πιανίστικες νότες και σονάτες του Schubert. Όλα αυτά τουλάχιστον, μέχρι την στιγμή που θα βρεθεί στον δρόμο της ένας νεαρός, ο οποίος αρχίζει να δείχνει σταδιακά ένα έκδηλο ενδιαφέρον για την ίδια, οχι μόνο όσον αφορά τις διδακτικές της γνώσεις σχετικά με το πιάνο, αλλά κυρίως όσον αφορά την ίδια ως καθαρά γυναικεία παρουσία.
Η Erika αντιλαμβανόμενη το κόρτε του Walter (Benoit Magimel), θα προσπαθήσει να τον απωθήσει (οχι και τόσο διακριτικά), αλλά η επιμονή του θα της ξυπνήσει πόθους και λαγνείες που φαίνεται να μην έχει γνωρίσει πριν. Ή μάλλον οχι ακριβώς θα τις ξυπνήσει μιας που αυτές οι ορέξεις είχαν πάντα μια θέση μέσα της. Αυτές και άλλες πολλές...
Βασισμένη στην ομώνυμη νουβέλα της Elfriede Jelinek, το "The Piano Teacher" είναι μια ταινία για την καταπιεσμένη γυναικεία φύση, είτε αυτή εκφράζεται μέσω της ηλικιωμένης και ανήμπορης να επιβληθεί πλέον σε άλλους πέραν της κόρης της, μάνας (υποδυόμενης ιδανικά από την Annie Girardot), είτε μέσω της ανέκφραστης και ψυχρής Erika, η οποία όμως είναι στην ουσία ένα συναισθηματικό καζάνι που βράζει.
Ο Haneke φημίζεται για τον τρόπο με τον οποίο χειραγωγεί τους ήρωές του, λες και λειτουργεί σαν ένας off-screen puppet master (κατά κάποιον τρόπο, αυτό ακριβώς κάνει) ο οποίος καθορίζει κάθε στιγμή και κάθε λεπτό τις αντιδράσεις, τις συμπεριφορές και τις πράξεις των πρωταγωνιστών του.
Έχοντας αναλάβει εξάλλου εκτός από την σκηνοθεσία και την προσαρμογή του σεναρίου, θα έλεγε κανείς πως οι στα όρια της τρέλας πινελιές με τις οποίες έχει "βάψει" τα πρόσωπα των ηρώων, αποτελούν ένα από τα βασικά κομμάτια της ταινίας, στην οποία η σκηνοθεσία ίσως και να περνάει σε δεύτερη μοίρα, χάρη στην παρουσία της Huppert η οποία δυναμιτίζει την ατμόσφαιρα και γεμίζει τα πλάνα με υπερυψωμένα φρύδια, παγωμένες ματιές και ακόμη πιο παγωμένες συμπεριφορές, στρέφοντας τα καταπιεσμένα της πάθη στους μαθητές της με την μορφή λεκτικής/ψυχολογικής ή και σωματικής βίας. Ο σκηνοθέτης μάλιστα καθιστά ξεκάθαρη από την αρχή την ιδιαιτερότητα της πρωταγωνίστριας και της προβληματικής της σχέσης με την μητέρα της, δίνοντάς της μέχρι και μια σχετική άφεση αμαρτιών αναφορικά με τα όσα πρόκειται να ακολουθήσουν. Και δεν είναι και λίγα αυτά...
Έχοντας δει πολλές φορές στον κινηματογράφο τις ανισόρροπες σχέσεις που μπορεί να αναπτυχθούν ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά τους, δεν είναι τυχαίο πως ο Haneke επιλέγει να μεταφέρει στην κινηματογραφική οθόνη μια εκ των πραγμάτων τραυματισμένη (και λογοτεχνικά) σχέση, ανάμεσα στην ηρωίδα και την μητέρα της, αν μη τι άλλο γιατί κάτι τέτοιο δίνει απευθείας την ευκαιρία σε έναν δημιουργό να αφήσει στην άκρη τις αφορμές και να περάσει στο ψητό, το οποίο μπορεί να δομήσει και να δαμάσει μέσα από την βασική και αφετηριακά λοξή σχέση την οποία αρχικά ο σκηνοθέτης και στην συνέχεια εμείς, παίρνουμε ως δεδομένη και πορευόμαστε με αυτή γνώμονα. Έτσι λοιπόν από εκεί και πέρα είναι σίγουρο πως ο θεατής θα προσπαθήσει να ερμηνεύσει την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα της Erika με βάση την δυσλειτουργική της σχέση με την μητέρα της, την οποία δεν διστάζει να χτυπάει και να βρίζει.
Θα έλεγε κανείς πως αν είχαμε το κλασικό, Οιδιποδειακό σύνδρομο, θα ήταν πιο εύκολο να αντιληφθούμε για παράδειγμα έναν τύπο ο οποίος είτε νοιώθει απέχθεια γι' αυτές, είτε αντιδρά βίαια απέναντι τους, εξαιτίας του αντικατοπτρισμού πάνω τους, του προσώπου του αιώνιου και απαγορευμένου του πόθου, της μάνας του. Στην προκειμένη περίπτωση το πράγμα γίνεται ακόμη πιο ενδιαφέρον, καθώς εκτός από το γεγονός πως μιλάμε για την σχέση δυο γυναικών, εντούτοις την γνωρίζουμε από ένα σημείο (ακόμα και η ηλικία λειτουργεί με τρόπο καθοριστικό) στο οποίο αυτή έχει οδηγηθεί έτσι κι αλλιώς σε μια οριστική ρήξη, με την μάνα και την κόρη να έχουν κάνει τρόπο ζωής την "βία" σε κάθε της πιθανή μορφή. Συνεπώς, ίσως να μην ήταν υπερβολικό αν σκεφτόμασταν πως η Erika έχει ανάγκη από την αρσενική παρουσία, για μια τελική μεταβίβαση του καλλιεργημένου τόσα χρόνια άρρωστου πάθους της, σε κάποιον στον οποίο ίσως κι να μη φαντάζει τόσο άρρωστο: σε έναν άνδρα.
Η σαφέστατα καταπιεσμένη σεξουαλική της φύση, εκδηλώνεται βέβαια μέσα από τις σαδομαζοχιστικές τις τάσεις και ανάγκες, οι οποίες υποδηλώνουν με την σειρά τους την διαμόρφωση μια ερωτικής σχέσης με βάση τα μέτρα και τα σταθμά με τα οποία λειτουργεί και η καθημερινότητά της. Κρυψίνους, μόνη και καταπιεσμένη καθώς είναι η πρωταγωνίστρια, καταφεύγει στην παρακολούθηση σκληρού, πορνογραφικού υλικού για την υποτυπώδη ικανοποίηση της ηδονοβλεπτικής της διάθεσης, την ίδια στιγμή που μέσα στο μπάνιο αποζητά την στιγμιαία ικανοποίηση και τον εν δυνάμει σεξουαλικό ερεθισμό, με το χαράκωμα των μηρών της. Η Erika δεν είναι μια γυναίκα που αποζητά την βία σε κάθε έκφανση της ζωής της, αλλά φαίνεται πως η ολοένα και αυξανόμενες ορμές της, τείνουν να κυριαρχήσουν, εμπλέκοντας σε αυτές και το κομμάτι της όποιας βίας μπορεί να αντιμετωπίζει χρόνια ολόκληρα στο πλευρό της αυταρχικής μάνας. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου πως η εμφάνιση του νεαρού είναι εκείνη που πυροδοτεί τελικά την μετάβαση της Erika στην άλλη πλευρά της εγκεφαλικής της καθημερινότητας, αυτή του bondage, του ξύλου, της ταπείνωσης και της γενικότερης σαδομαζοχιστικής της ανάγκης να υπάρχει ως ολοκληρωμένο ον μέσα σε μια σχέση.
Όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς και προς το τέλος της ταινίας, κάπου οι ρόλοι αντιστρέφονται και το πάνω χέρι το αναλαμβάνει πλέον άλλος, με αρκετά τραγικά αποτελέσματα ομολογουμένως, κυρίως ως προς την διαπίστωση από την ηρωίδα οτι αποτελεί ένα freak of nature. Η οριστική απώλεια και η έκθεση του κρυμμένου εαυτού, πυροδοτούν μια αντίδραση τόσο πηγαίας δυναμικής, η οποία όμως μετριάζεται στο ναδίρ από την αυστηρά οριοθετημένη ματιά και τον ψυχρό ορθολογισμό του Haneke. Αυτό που ήθελε να πει το είπε. Δεν υπάρχει λόγος για περιττούς μελοδραματισμούς και συναισθήματα, έτσι κι αλλιώς.
Όπως αντιλαμβάνεσαι από μια τέτοια ταινία, ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Huppert είναι ένα ερμηνευτικό λουκουμάκι με την ίδια να αποτελεί το απαύγασμα της ιδιάζουσας περίπτωσης, και το αφ'υψηλού βλέμμα της να λειτουργεί καταλυτικά στον "ευνουχισμό" του Warner. Και σε πιο αρσενικό αρέσει τέλος πάντων να το ευνουχίζουν;
Η σκηνοθεσία του Haneke πάει χέρι-χέρι με την σκληρή ατμόσφαιρα των προσώπων, με έναν κατακερματισμό μονταζιασμένων πλάνων και μια ακατάπαυστη κλασική, μουσική επένδυση που έρχεται σε σκληρή κόντρα με τις εξίσου σκληρές, επιμέρους σκηνές, ενισχύοντας την ήδη ενδιαφέρουσα ματιά της κρυμμένης τρέλας μιας δασκάλας πιάνου (κατά τρόπο όμοιο με την τρέλα της μπαλαρίνας του Aronofsky στον "Μαύρο Κύκνο", η οποία καθοδηγείται από μια εξίσου αυταρχική μάνα και μια καταπιεσμένη σεξουαλική μανία).
Το "The Piano Teacher" είναι μια ταινία ήπιων τόνων στο σύνολό της, η οποία όμως αφορά ένα σύνολο πραγμάτων, προκλητικών και αληθινών ταυτόχρονα, τα οποία σε προκαλούν να τα ερμηνεύσεις. Ή απλώς να τα αντέξεις...
Τι έμαθα από την ταινία: Οτι όταν αποφασίζεις να μπαλαμουτιαστείς στην τουαλέτα, απλά δεν μπαίνει κανείς να διακόψει, οτι υπάρχουν ακόμα drive ins και οτι το ντυσιματάκι "καθηγήτρια πιάνου" θεωρείται η τελευταία τάση της μόδας.
Trailer δεν βάζω γιατί απλά είναι γελοίο.
No trivia
Έτσι ακριβώς όπως την περιγράφεις είναι η παρουσία της Huppert στην ταινία. Ασφυκτικά ψυχρή και μονίμως στα όρια ενός μεγάλου «μπαμ» που θα εκδηλώσει (σαδομαζοχιστικά) ό,τι υπάρχει καταπιεσμένο μέσα της. Φοβερή ηθοποιός...
ΑπάντησηΔιαγραφήΌντως ήταν τρομερή, και φαινόταν τόσο αβίαστη η ερμηνεία της από την ίδια, σε βαθμό που δεν γινόταν να μην πειστείς. Και να μη την θαυμάσεις
ΑπάντησηΔιαγραφήΟδοστρωτήρας η Huppert. Κατα τα άλλα η ταινία δεν μου είπε και πολλά.
ΑπάντησηΔιαγραφή2,5/5: Ενδιαφέρουσα
Ήταν ναι! Εμένα για δεδομένα Haneke (δεν τον αντέχω γενικώς, σταυρώστε με, σταυρώστε με!) μου άρεσε
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλά κι εγώ δεν τρελαίνομαι για Haneke ;) Τον έχουν υπερτιμήσει πολύ. Ότι ταινία κάνει είναι αριστούργημα. Έλεος!
ΑπάντησηΔιαγραφή