Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013

Argo: The best fake movie ever

NEW ARRIVAL

Alloha και σήμερα!  Τι κάνουμε;  Ελπίζω καλά.  Καρα-χειμωνιάτικος ο καιρός σήμερα, ελπίζω να μην πνιγήκατε προσπαθώντας να πάτε στις δουλειές σας, και να είστε όλοι σώοι και αβλαβείς, για να περάσουμε σιγά σιγά στην σημερινή μας ταινία.  Αρχικά να πω κάπου εδώ, οτι χθες, ανακοινώθηκαν οι πληροφορίες σχετικά με τα φετινά Blogoscars, όπως αυτά θα αρχίσουν να "δίνονται" από τις 15 Φλεβάρη.  Αν θέλετε να μάθετε πως μπορείτε να συμμετάσχετε, καθώς και όλα τα καθέκαστα δεν έχετε, παρά να πάτε εδώ, και να τα μάθετε όλα!
Στο θέμα μας λοιπόν, σήμερα, θα ασχοληθούμε με το φαινόμενο Ben Affleck και πιο συγκεκριμένα με την νέα του σκηνοθετική απόπειρα, "Argo", για την οποία-σας το λέω από τώρα-μόνο καλά πράγματα έχω να πω.  Σίγουρα μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς.  Εύγε Ben!


Το 1979, Αμερική και Ιράν, οδηγήθηκαν σε μια διπλωματική σύγκρουση, με τους επαναστάτες Ιρανούς να διαδηλώνουν κατά των Η.Π.Α, ζητώντας να τους εκδώσουν τον πάλαι ποτέ Σάχη τους, τον οποίο οι ίδιοι είχαν ανατρέψει με πραξικόπημα.  Ο ίδιος όντας καρκινοπαθής και φοβούμενος για την ακεραιτότητά του, σε μια χώρα που έβραζε από θυμό και οργή, για την ανεκδιήγητα πλούσια και προκλητική του ζωή όσο κυβερνούσε, και ενώ ο λαός πεινούσε, θα ζητήσει άσυλο στους "Αμερικανούς φίλους", με αποτέλεσμα η μανία των Ιρανών να φουντώσει τόσο, ώστε να εισβάλουν τον Νοέμβριο του 1979 στην Αμερικάνικη Πρεσβεία του Ιράν, και να κρατήσουν τους υπαλλήλους όμηρους, για 444 ημέρες!
Την ίδια στιγμή μια ομάδα από υπαλλήλους της Πρεσβείας, θα καταφέρει να διαφύγει από τον χώρο, και να αναζητήσει άσυλο στο σπίτι του Καναδού πρέσβη.  Όσο όμως ο καιρός περνά, και οι επαναστάτες κινούν διαδικασίες αναγνώρισης των ομήρων, και διαπραγματεύσεων με την αμερικανική πλευρά, αναφορικά με την επιστροφή του Σάχη, τόσο τα πράγματα για την μικρή ομάδα θα γίνονται πιο δύσκολα, καθώς η επικινδυνότητα της κατάστασης καθιστά απαγορευτική οχι μόνο την έξοδό τους από την χώρα, αλλά ακόμη και την έξοδο από το σπίτι.
Και κάπου εκεί η CIA θα κάνει αισθητή την παρουσία της, στέλνοντας τον ειδικό στις φυγαδεύσεις, Tony Mendez (Ben Affleck), προκειμένου να καταφέρει να τους σώσει, πριν τα πράγματα αγριέψουν ακόμη περισσότερο.  Ο Mendez, θα πρέπει να βρει τώρα έναν πειστικό τρόπο, προκειμένου να τους απομακρύνει από την χώρα.  Αυτός θα είναι τελικά, οτι πιο τρελό και πιο...κινηματογραφικό, είχε αποφασίσει μέχρι τότε: θα βγάλει την ομάδα από το Ιράν, αναθέτοντάς τους τον ρόλο ενός...ψευδοσυνεργείου, που αναζητεί τις κατάλληλες τοποθεσίες για το γύρισμα μιας ταινίας επιστημονικής φαντασίας με τίτλο, "Argo".  Ο κινηματογράφος, στην υπηρεσία του πολίτη.


Ο Ben Affleck αποτελεί μια ιδιόμορφη περίπτωση δημιουργού, μιας που η προσωπικότητά του χαρακτηρίζεται από μια ξεκάθαρα διττή φύση, οι διαφορές μάλιστα τις οποίας παίζουν, στα δυο άκρα.  Από τη μια πλευρά λοιπόν ο Affleck, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας κακός (ή στις καλύτερες στιγμές του, μέτριος) ηθοποιός, ο οποίος με τις ταινιακές του επιλογές, προκαλεί πάντα ερωτηματικά, γέλια (ενώ δεν μιλάμε για κωμωδία), ή απλώς μια παντελή έλλειψη ενδιαφέροντος, γεγονός που σε οδηγεί απευθείας στο ερώτημα, "γιατί αυτός ο τύπος εξακολουθεί να υπάρχει;".  Λοιπόν σε αυτό, μπορούμε να δώσουμε μια κάποια απάντηση.  Αρχικά το Hollywood, ποτέ δεν έχει κρύψει την αγάπη του σε όμορφα πρόσωπα και όμορφα σώματα, τα οποία διαθέτουν ένα ελάχιστο υποκριτικό ταλέντο που τα συνοδεύει, και που σε πολλές περιπτώσεις, είναι αρκετό.  Μη μου πείτε οτι δεν θα κατατάσσατε και τον Affleck σε αυτή την κατηγορία, μιας που αποτελεί κλασικό παράδειγμα ηρωικού (βλ. το σπαραξικάρδιο "Armageddon", στο οποίο παρόλα αυτά όλοι έχουμε κλάψει, τη στιγμή που το 'Ι Don't Want to Miss a Thing', αρχίζει να ακούγεται.  Παραδεχτείτε το!) γόη, με δυνατό σαγόνι, πέτρα κορμί και λοξό χαμόγελο για απευθείας λιώσιμο γλυκανάλατων συμπρωταγωνιστριών.
Η αλήθεια είναι πως ο Affleck ίσως και να σήκωνε πολλές φορές το βάρος και το άχτι πολλών ακόμη τυπάδων που έκαναν καριέρα βασισμένοι στις σεσουλικές ρομαντζοκωμωδίες της συμφοράς, και τα άνευ λόγου ύπαρξης dramedy, που έχουν έναν και μοναδικό στόχο: το κλάμα, το κλάμα, το κλάμα.
Βέβαια και ο Ben, δεν μας βοηθούσε να τον δούμε και λίγο πιο σοβαρά.  "Forces of Nature", "Boiler Room", "Bounce", "Daredevil" (oh god...), "Gigli" (μια από τις χειρότερες ταινίες, όλων των εποχών, στην οποία έπαιζε με την τότε αγαπημένη του, Jennifer Lopez.  Όσο δηλαδή δεν της έπιανε τον κώλο και δεν της έδινε παπαρατσίστικα φιλιά στο videoclip, 'Jenny from the Block...), "Surviving Christmas", είναι μόνο μερικές από τις κακοταινίες στις οποίες τον έχουμε δει.  Και ερωτώ, θυμόταν κανείς, μετά από τόση σαβούρα οτι το μακρινό 1997 ο Affleck είχε κερδίσει με τον Μatt Damon, το Oscar Καλύτερου Σεναρίου για το "Good Will Hunting";


Και να μη το θυμάστε δηλαδή, δεν σας κατηγορώ, μιας που φήμες ήθελαν τον Affleck να στρίβει χόρτο και να αφήνει το βάρος του σεναρίου, αποκλειστικά τον Damon.  Όπως και να' χει, είναι να απορεί κανείς, πως στο καλό ο Affleck, δεν αντιλήφθηκε ήδη από τότε, οτι το πραγματικό του ταλέντο εντοπιζόταν οχι μπροστά, αλλά, πίσω από τις κάμερες.  Κάλλιο αργά πάντως, παρά ποτέ.
Το 2010 μάλλον φαίνεται πως αποτέλεσε το κομβικό εκείνο σημείο, στο οποίο ο διάσημος ηθοποιός έκανε την προσωπική του ενδοσκόπηση, και αποφάσισε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του, στην σκηνοθεσία, ξεκινώντας ήδη από το 2007 με το πολύ καλό, "Gone Baby Gone" στο οποίο πρωταγωνιστούσε ο αδελφός του, Cassey Affleck.
Η πορεία του ήταν έκτοτε ανοδική, καθώς έπειτα από την συμμετοχή του στο-καθόλου κακό-"The Company Men", επρόκειτο να στρογγυλοκαθήσει στην θέση του σκηνοθέτη, δημιουργώντας μικρά διαμαντάκια, με προσοχή και σύνεση.  Ακριβώς δηλαδή όπως δεν θα τον είχαμε σκεφτεί να πράττει κατά το παρελθόν.
Σειρά είχε το 2008 το "The Town", μια μιουταρισμένη σε ένταση, αλλά με γενναίες, υποδόριες δόσεις, περιπέτεια, η οποία πραγματευόταν την ιδανική ληστεία από μια παρέα κακοποιών.  Ο Affleck απέδειξε οτι διαθέτει κινηματογραφικό μάτι και μια εντυπωσιακά καλή σκηνοθετική στάση, η οποία εκτεινόταν και στο σενάριο, το οποίο είχε γράψει από κοινού με τους Peter Craig και Aaron Stockard.
Από εκείνη τη στιγμή και μετά ο Affleck, έστρεψε τα φώτα της δημοσιότητας πάνω του, με πολλούς να κάνουν λόγο για ένα νέο, ανερχόμενο ταλέντο.  Επειδή όμως υπήρχαν και εκείνοι που απέδωσαν την επιτυχία του στις συγκυρίες της στιγμής, εκείνος επέστρεψε φέτος με το "Argo", σαρώνοντας τα βραβεία και αποδεικνύοντας οτι ο δρόμος που επέλεξε, δεν έχει κοντινή ημερομηνία λήξης.  Και καλά κάνει.


Κερδίζοντας πριν από μερικές μέρες την Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ταινίας, αλλά και αυτή για την Καλύτερη Σκηνοθεσία, ο Ben, μπορεί να χαμογελάει, έπειτα από την οσκαρική του απουσία στην κατηγορία της Σκηνοθεσίας, μιας που αντικειμενικά έχει κάνει μια από τις καλύτερες φετινές δουλειές.
Το "Argo" είναι ένα διπλωματικό/κατασκοπικό θρίλερ για γερά νεύρα, αφού μπορεί να μην χαρακτηρίζεται από σεναριακές εξάρσεις, καταφέρνει όμως να δημιουργήσει το πολυπόθητο σασπένς, μέσα από την δεξιοτεχνική σκηνοθεσία του Affleck.  Ο ίδιος εξάλλου τοποθετεί τον δικό του, πρωταγωνιστικό ρόλο στο "περιθώριο", αφήνοντας όλο το υπόλοιπο και υπέρλαμπρο cast που έχει συγκεντρώσει, να λάμψει από μόνο του.  O Bryan Cranston θυμίζει το "Breaking Bad", alter ego του σε μια ακόμη δυναμική ερμηνεία, ο γηραιός αθυρόστομος Alan Arkin, κερδίζει μια υποψηφιότητα Β' Ανδρικού Ρόλου για τον ρόλο του, ενώ και ο John Goodman, γεμίζει την οθόνη με το πληθωρικό του ταμπεραμέντο.  Την ίδια στιγμή, ο Scot McNairy, κάτι μας λέει οτι θα μας απασχολήσει πολύ στο μέλλον (στα φετινά του, και η ερμηνεία στο πλευρό του Brad Pitt, στο underrated "Killing Them Softly), ενώ χαρήκαμε που είδαμε και την 'επιστροφή' της Clea DuVall, μιας ηθοποιού με γνήσιο ταλέντο και ετερόκλητη υποκριτική γκάμα.
'Οσον αφορά την υποθεσιακή βάση του "Argo", ο Affleck δεν μοιάζει να έχει καμία διάθεση για μελοδραματισμούς και πατριωτισμό, παρουσιάζοντας τα πράγματα όσο το δυνατόν περισσότερο αποστασιοποιημένος, και χρησιμοποιώντας εν προκειμένω τα ιστορικά επίκαιρα, προκειμένου να αναπαραστήσει περισσότερο πειστικά, και όσο γίνεται πιο αυθεντικά, το ταραχώδες κλίμα της εποχής.  Συνεργός του Ben σε αυτή την ταινία, είναι και το εξαιρετικό μοντάζ με τα ουσιώδη κατ και την αέναη περιπλάνηση της κάμερας, από το ένα πρόσωπο στο άλλο, και τούμπαλιν, με την παράλληλη καταγραφή των "ιστορικών" γεγονότων και της αντιθετικής δράσης αμερικάνικης και ιρανικής πλευράς.
Στην ουσία η ταινία δίνει το στίγμα μιας εποχής εν βρασμώ, χωρίς όμως πομπώδεις στιγμές και ηρωικούς διαλόγους.  Ίσα ίσα, οι διάλογοι του "Argo", χαρακτηρίζονται από σπιρτάδα, φρεσκάδα και ταχύτητα, εμπλέκοντας μέσα τους έντονο, και το χιουμοριστικό στοιχείο.  Ταυτόχρονα ο Affleck μοιάζει να χειρίζεται ιδανικά την κάμερα, καταγράφοντας συναισθήματα, συγκρούσεις και κινδύνους, οδηγώντας την ταινία σε ένα εξαίσιο, σασπενικό κρεσέντο, που σε κάνει να κρατιέσαι από την άκρη της θέσης σου.  Μερικές extra, χιτσκοκικές πινελιές, ποτέ δεν έβλαψαν κανέναν.


Η αυτή καθεαυτή υπόθεση της ταινίας, μέσα στην ταινία είναι πανέξυπνη, και αποδεικνύει πως πολλές φορές η πραγματική ζωή είναι larger than cinema, δίνοντάς μας να καταλάβουμε οτι υπάρχουν πολλές ιστορίες εκεί έξω οι οποίες δεν έχουν ακόμα ειπωθεί, περιμένοντας την στιγμή που κάποιος θα αποφασίσει να ασχοληθεί μαζί τους και να τις φέρει στο φως.
Βεβαίως, επειδή μιλάμε και για μια ταινία με γνήσιο, πολιτικό περιεχόμενο, ήταν φυσικό να υπάρξουν και αντιδράσεις (ακόμα και αν η υπόθεση είναι όσο το δυνατόν πιο απλή, απογυμνωμένη από υπονοούμενα σχετικά με την "αντίπαλη" πλευρά), μιας που δεν ήταν λίγοι αυτοί που κατηγόρησαν τον Affleck για ξεκάθαρη "αμερικανιά", ενώ και η ιρανική πλευρά έδωσε την απάντησή της, λέγοντας ότι ετοιμάζει και αυτή την δική της οπτική των πραγμάτων, λέγοντας χαρακτηριστικά: "Οτι κάνετε εσείς, εμείς το κάνουμε καλύτερα".  Μάλιστα...
Ανεξάρτητα πάντως από τα πραγματικά συμφέροντα που κρύβονταν πίσω από την original υπόθεση, η κατάσταση δεν αλλάζει, το γεγονός δηλαδή οτι ο Affleck δρα σαν ένας ουδέτερος παρατηρητής, καταγράφοντας τα γεγονότα χωρίς (ιδιαίτερη) βία, αλλά με πολύ δημιουργικό πάθος.
Το "Argo" είναι μια ταινία που μιλάει για την καλύτερη, ψεύτικη ταινία που...δεν γυρίστηκε ποτέ!  Έχοντας στο πλευρό του την ιδιαίτερη "παλιακή" φωτογραφία, την αχαλίνωτη σκηνοθεσία του και μερικές από τις καλύτερες ερμηνείες της χρονιάς, ο Ben Affleck πρέπει σίγουρα να είναι περήφανος για το δημιούργημά του.  Εμείς είμαστε.

Τι έμαθα από την ταινία: Οτι οι αρχή της που γίνεται υπό την μορφή storyboards, είναι τέλεια, οτι ο Affleck με αυτή την κόμμωση, θα μπορούσε να ήταν άνετα να ήταν Έλληνας τραγουδιστής των '70s (με απαραίτητη χρυσή καδένα), και οτι ο George Clooney εκτελεί χρέη executive producer.


No trivia

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

The Hunter: Human is the biggest mistery of all...

Καλημέρα και καλή εβδομάδα σε όλους!  Κινηματογραφική μέρα η σημερινή μιας που χθες δόθηκαν οι Χρυσές Σφαίρες, υπό τον χιουμοριστική καθοδήγηση των Tina Fey και Amy Poehler.  Δεν έχω να πω πολλά πράγματα (μόνο πως εάν θέλετε να ενημερωθείτε σχετικά με τους νικητές, τα βραβεία και τα παραλειπόμενα, μπορείτε να επισκεφθείτε το Reel.gr και να τα μάθετε όλα).  Αυτό που θέλω να πω, είναι οτι τουλάχιστον στις Σφαίρες το "Argo" του Ben Affleck, μοιάζει να δικαιώθηκε, μιας που έφυγε με το βραβείο Καλύτερης Ταινίας (Δράμα) και Καλύτερης Σκηνοθεσίας, αφήνοντας πίσω του δημιουργούς όπως τον Spielberg και τον "Lincoln" του, καθώς και τον Ang Lee και το "Life of Pi" του (λογικό).  Την ίδια στιγμή Hugh Jackman και Anne Hathaway, βραβεύτηκαν αμφότεροι για τις ερμηνείες τους στους "Άθλιους", με τον Hugh να κερδίζει το βραβείο Καλύτερης 'Α Ανδρικής Ερμηνείας σε Μιούζικαλ/Κωμωδία, και την Anne να κερδίζει αυτό του Καλύτερου Β' Γυναικείου Ρόλου.  Στις σειρές, σάρωσε για ακόμη μια φορά το "Homeland", κερδίζοντας το βραβείο Καλύτερης Δραματικής Σειράς, όπως και οι πρωταγωνιστές του, Damien Lewis και Claire Danes, αυτά, των καλύτερων ηθοποιών δραματικής σειράς.  Στα ωραία στιγμιότυπα της βραδιάς, κατατάσσεται και η βράβευση της Jodie Foster, με το τιμητικό βραβείο Cecil B. Demille, και ο συγκινητικός της λόγος, σχετικά με την...ομοφυλοφιλία της, καθώς και η παράδοση του βραβείου Καλύτερης Ξενόγλωσσης στον Michael Haneke, από τους....Arnold Schwarzenegger και Silvester Stalone!
Και μετά από αυτή την mini, χθεσινή αναδρομή, ώρα να επιστρέψουμε και πάλι στα δικά μας.  Σήμερα θα ασχοληθούμε με μια ταινία, η οποία πέρασε λίγο στο αδιάφορο από τις αίθουσές μας, ενώ δε θα έπρεπε.  Για όλα τα καλά, και τα λίγα ενοχλητικά που διαθέτει.  "Τhe Hunter".


Ο Martin (Willem Dafoe), είναι ένας μοναχικός "μισθοφόρος", ο οποίος στέλνεται από μια εταιρία βιοτεχνολογίας με την ονομασία "Red Leef", στις κρύες, τασμανικές περιοχές της Αυστραλίας, προκειμένου να εντοπίσει και να πάρει το DNA, ενός κατά τα άλλα μυθικού πλάσματος, που μαρτυρίες θέλουν να εξακολουθεί να υπάρχει, ως το τελευταίο του είδους του: την Τασμανική τίγρη.
Ο πρωταγωνιστής θα ξεκινήσει ένα κοπιαστικό ταξίδι στην οργιώδη φύση της περιοχής, προκειμένου να βρει το ζωικό δείγμα και τα το επιστρέψει χωρίς πολλά πολλά στην εταιρία, παίρνοντας το παραδάκι και συνεχίζοντας μετά τη ζωή του.  Επειδή όμως η μοίρα ποτέ δεν μας τα φέρνει όπως θέλουμε, ο Martin θα βρεθεί μπλεγμένος συναισθηματικά με μια τοπική οικογένεια, και συγκεκριμένα με την Lucy (Frances O'Connor), μιας κοινοβιακής τύπισσας που προασπίζει την προστασία της Φύσης και των δασών της περιοχής, αλλά και με τα δυο της πιτσιρίκια.  Το πράγμα μάλιστα θα αρχίσει να μπλέκεται περισσότερο, όταν η Lucy του αποκαλύψει οτι ο σύζυγός της χάθηκε, χωρίς να αφήσει το παραμικρό ίχνος, ενώ αναζητούσε ένα μυθικό πλάσμα στην γύρω περιοχή.  Η σύγκριση θα είναι αναπόφευκτη και ο Martin θα συνειδητοποιήσει οτι πίσω από το απλοϊκό παραπέτασμα, κρύβονται πολλά περισσότερα μυστικά απ'οσα θα μπορούσε να μαντέψει...


Ο Αυστραλός σκηνοθέτης, με την τηλεοπτικά φορτωμένη φιλμογραφία, Daniel Nettheim, βασίζει την υπόθεση της δεύτερης κινηματογραφικής του προσπάθειας, στην ομώνυμη νουβέλα της συμπατριώτισσάς του συγγραφέως, Julia Leigh, ικανοποιώντας την-φαντάζομαι, μιας που δεν έχω διαβάσει το βιβλίο-κινηματογραφικά, μιας που το "The Hunter" είναι μια ταινία που βρίθει φυσιολατρικής ομορφιάς και σιωπηλών στιγμών.
Μπορεί ο Nettheim να έχει επικεντρωθεί αποκλειστικά στην σκηνοθεσία τηλεοπτικών σειρών, η ταινία αυτή όμως αποδεικνύει πως εάν το θελήσει μπορεί να γίνει ένας σύγχρονος και άκρως ενδιαφέρον δημιουργός, ο οποίος δύναται μέσα από την κάμερά του να καταγράψει εξόχως την έννοια της ανθρώπινης μοναξιάς, την ταύτισή της με το ερημικό, σχεδόν αποκαλυπτικό τοπίο της βουνίσιας Αυστραλίας, και την λειτουργία αυτού ως καταλύτη απέναντι στις εταιρικές ενοχές και την διατάραξη της πράσινης ισορροπίας, από την ανθρώπινη παρέμβαση.
Αναμφίβολα οι εξωτερικοί χώροι των γυρισμάτων (σε μια Τασμανία η οποία έχει παραδοθεί τον τελευταίο καιρό, σε μια πύρινη Κόλαση, λες και η ταινία του Nettheim αποτελούσε κάτι σαν πικρή προ-οικονομία), αποτελούν τον βασικό πρωταγωνιστή της υπόθεσης, καθώς η υποβλητική τους ομορφιά και η μαεστρία του σκηνοθέτη που καθιστά και το παραμικρό δείγμα υγρασίας ή ψύχους, να λειτουργεί επιδραστικά στην ψυχοσύνθεση του θεατή, βάζοντάς τον σε μια θέση ανυπόφορου "κρύου", ακριβώς όπως αυτό που πηγάζει ακόμα και από την πιο μοναχική καρδιά (βλ. Dafoe). 
Σίγουρα η ταινία αποτελεί μια αξιοπρεπέστατη προσπάθεια, γεγονός που γίνεται ξεκάθαρο και από το one man show του Dafoe, ο οποίος είναι έτσι κι αλλιώς εξαιρετικός, κάθε φορά που του δίνεται η δυνατότητα να δημιουργήσει ερμηνευτικά.  Και αν σκηνοθεσία, ατμόσφαιρα και πρωταγωνιστική υποκριτική βρίσκονται στα υπέρ, η απόδοση του σεναρίου και οι δευτερεύοντες ρόλοι, είναι εκείνα τα στοιχεία που δεν αφήνουν την ταινία να λάμψει, καταδικάζοντάς τη σε ένα δημιούργημα που ενώ θα μπορούσε να είναι κάτι το πραγματικά σπουδαίο, εντούτοις, κάπου χάνει.


Ο λόγος είναι πως το σενάριο της Alice Addison, μοιάζει περισσότερο σαν βεβιασμένη, δραματική ιστορία, από αυτές που έχουμε βαρεθεί να βλέπουμε στον αμερικάνικο κινηματογράφο, παρά σαν μια ουσιαστική βάση η οποία να μπορεί να στέκεται, αλλά και να προωθεί παράλληλα τη δράση του κεντρικού ήρωα.
Αν και το story γίνεται λίγο πολύ κατανοητό, ήδη από τα μέσα περίπου της ταινίας, εντούτοις η προσπάθεια των δημιουργών, να αντλήσουν ένα βεβιασμένο συναίσθημα από τον πρωταγωνιστή (προσέξτε, όχι από εμάς, αλλά από τον πρωταγωνιστή), είναι κάτι το άβολο και μάλλον αχρείαστο, μιας που εκ των πραγμάτων η δυναμική του "The Hunter" έγκειται στις σκηνές στις οποίες απολαμβάνουμε τον Dafoe μόνο, παρέα με το αχανές, άγριο περιβάλλον της Τασμανίας.
Η ύπαρξη μιας υπόθεσης είναι τις περισσότερες φορές υψίστης σημασίας, προκειμένου τόσο ο κεντρικός ήρωας, όσο και οι ηθοποιοικοί παρατρεχάμενοί του, να μπορέσουν να εξελιχθούν στα πλαίσια ενός κινηματογραφικού δημιουργήματος.  Αντιθέτως εδώ, η αποξενωμένη στάση του χαρακτήρα, αν και original, επιδιώκεται να συνθλιβεί κάτω από το βάρος μιας φορεμένης οικογενειακής κατάστασης, στην οποία ο ίδιος θα πρέπει να παίξει τον ρόλο του απόντος αρσενικού (του πατέρα και του συζύγου δηλαδή).  Αν και η προσωπικότητα του Dafoe γίνεται ξεκάθαρη από το πρώτο κιόλας λεπτό της ταινίας (μια σκηνή η οποία μου έφερε στο μυαλό την απομόνωση του Captain Benjamin L. Willard, στις πρώτες στιγμές του "Apocalypse Now"), και την αποδεχόμαστε ως μια γνήσια, ανθρώπινη κατάσταση, εντούτοις αργότερα, το πράγμα μοιάζει να βαδίζει προς μια πιο mainstream αποτύπωση, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει κάποιον στο συμπέρασμα, οτι η φύση του κεντρικού χαρακτήρα είναι όπως είναι, μόνο για να γίνει αντιληπτή η μεταστροφή του αργότερα, πράγμα που είναι το ζητούμενο σε πολλές ταινίες, προκειμένου να προωθηθεί έτσι ο μύθος και να αναζητηθεί μια νέα πορεία προς το τέλος.  Εδώ όμως η όλη προσπάθεια, δεν πείθει και τόσο, μιας που η σχέση που αναπτύσσεται με την οικογένεια και βεβιασμένη μοιάζει, και δεν φαίνεται να δίνει σημασία σε αληθινές καταστάσεις, που εκ των πραγμάτων κλωτσάνε (χαρακτηριστικό παράδειγμα το γεγονός λίγο πριν από το τέλος της ταινίας.  Όσοι το έχετε δει, ξέρετε σε τι αναφέρομαι).


Στην τελική, τα δραματικά κομμάτια του φιλμ, θα μπορούσαν να απουσιάζουν, με εμάς, να παρακολουθούμε το α λα "Into the Wild" ταξίδι του πρωταγωνιστή, περιπλανώμενοι μαζί του, και αναγνωρίζοντας έτσι μια δική του εσωτερική αλλαγή, που θα μπορούσε να προέρχεται από την αυθεντική επαφή του με την Φύση, και τίποτα περισσότερο.  Βεβαίως όπως γίνεται αντιληπτό, κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να συμβεί, από τη στιγμή τουλάχιστον που μιλάμε για την μεταφορά ενός βιβλίου.
Εκτός λοιπόν από την άνιση απόδοση του οικογενειακού δράματος, η Frances O'Connor και ο Sam Neil, περιορίζονται σε μερικές μόνο σκηνές, οι οποίες αν αποτελούσαν αυτόνομα κομμάτια μιας ιστορίας, και μεγαλύτερη αξία θα είχαν και πιο ουσιαστική θα ήταν στην τελική, η συμμετοχή των ηθοποιών.  Αντιθέτως η O'Connor κάνει οτι μπορεί προκειμένου να βρει τα όποια ψήγματα υποβόσκοντος ρομάντζου ανάμεσα στην ίδια και τον χαρακτήρα του Dafoe, ενώ ο Neil περιορίζεται σε μια καρικατούρα του ρόλου του στο σπιλμπερικό, "Jurassic Park".
Αν δούμε λοιπόν μακριά από αυτές τις σεναριακές αναποδιές και την ανεκμετάλλευτη δράση των υπολοίπων συμμετεχόντων, το "The Hunter" είναι μια ταινία για τον άνθρωπο και την Φύση, ένα ταξίδι εσωτερικού στοχασμού και επαναπροσδιορισμού ολόκληρης της ζωής ενός ατόμου.  Διόλου τυχαίο πως στην άκρη αυτού του δρόμου, "περιμένει" ένα πλάσμα φανταστικό, μυθικών διαστάσεων και ανυπολόγιστης αξίας, σαν άλλο Ιερό Δισκοπότηρο, που προσφέρει την δική του αθανασία.  Παράλληλα, το εύρημα της τασμανικής τίγρης, έρχεται και δένει υπέροχα στον κόσμο του απόμακρου Martin, ο οποίος αισθάνεται την Φύση και κατ' επέκταση το ζώο που κυνηγά, ως μια προσωπική του μοίρα ή αν θέλετε, ως την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.
Η τίγρης και ο Martin κλειδώνουν από μια σειρά κοινών χαρακτηριστικών, όπως η μοναξιά, η περιπλάνηση στη άγρια φύση και αναμονή ενός επικείμενου θανάτου.  Μπορεί η έμμεση αναφορά στην φυσιολατρική τάξη των πραγμάτων, όπως αυτή απαιτείται από τους ανθρώπους να είναι εκεί, αλλά την ίδια στιγμή ο Martin, είναι σαν να ακολουθεί στην ταινία τα χνάρια, του δικού του εαυτού, σε μια προσπάθεια ύστατης, τελικής αναγνώρισης αναφορικά με την πορεία της ίδιας του της ζωής.


Με μια εντυπωσιακή σκηνοθεσία που περιφέρεται εν μέσω σκληρών βράχων, παγωμένου ουρανού και πράσινου οργίου, το "The Hunter" σίγουρα δεν είναι μια ακόμη αδιάφορη ταινία, αλλά καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον σου κυρίως χάρη στην ερμηνεία του Dafoe (μηδέν συναίσθημα, full πληθωρικός), τα τοπιακά πλάνα και την αίσθηση ενός βαθύτερου, καλά κρυμμένου νοήματος περί ύπαρξης και ζωής, που σε καλεί να το ανακαλύψεις.  Και αν το τέλος, γκρεμίζει και πάλι την γνήσια οπτική που η ταινία θα έπρεπε να έχει, εσένα αυτό που σου μένει είναι το περονιαστό ψύχος και τα δόντια σου που κροταλίζουν θαρρείς, σε κάθε της λεπτό.

Τι έμαθα από την ταινία: Οτι αυτή την τίγρη, δε τη λες και τίγρη, οτι η O'Connor μοιάζει να βρίσκεται σε μια διαρκή μαστούρα και οτι ο Neil δεν έχει γεράσει.  Ναι, ακόμα.


No trivia