Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εξωγήινοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εξωγήινοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

The World's End: Beer up and let's boo-boo!

Χαιρετώ για ακόμη μια εβδομάδα.  Παρά το γεγονός πως η διάθεση δεν χτυπάει και ακριβώς ταβάνι, θα προτείνω σήμερα μια ταινιούλα που πρέπει να δείτε για να διασκεδάσετε και να περάσετε μια απόλυτα fun βραδιά, ιδανικά, μαζί με την καλύτερή σας παρέα.
Πριν περάσουμε όμως στο "The World's End", να πούμε και δυο πράγματα για τις ταινίες που βγήκαν στις αίθουσες αυτή την εβδομάδα.  Έχουμε και λέμε λοιπόν: "Diana" (άστο καλύτερα), "Τhe Fifth Estate" (not bad, αλλά μπορούσε και πολύ καλύτερα), "La Grande Belezza" (δες το οπωσδήποτε, θα τα πούμε και απο'δω κάποια στιγμή γι'αυτή τη ταινία), "The Hunger Games: Catching Fire" (πολύ καλή συνέχεια του μέτριου πρώτου που αξίζει να την δεις, ιδιαίτερα αν αρέσκεσαι στην νεανική περιπέτεια φαντασίας) και last but not least, "The Broken Circle Breakdown" (ζευγαρικό σπαραξικάρδιο δράμα αξιώσεων, με εξαιρετικό soundtrack και δυνατές ερμηνείες).
Και τώρα στα δικά μας: "The World's End" it is!


Ο Gary King (Simon Pegg) και οι κολλητοί του, αποτελούσαν τον μόνιμο πονοκέφαλο της μικρής πόλης του Newton Heaven.  Σαν ζωηροί έφηβοι που ήταν, έμπλεκαν διαρκώς σε κωμικά ευτράπελα, έπιναν μέχρι πρωίας και γυρόφερναν τον τοπικό, γυναικείο πληθυσμό που άξιζε την προσοχή τους.
Τα χρόνια όμως πέρασαν, η παρέα διαλύθηκε και ο καθένας τράβηξε τον δρόμο του.  Ή μάλλον οχι ακριβώς, μιας που ο Gary δεν κατάφερε ποτέ να αφήσει πίσω το "ένδοξο", εφηβικό του παρελθόν.  Το αποτέλεσμα τον θέλει εγκλωβισμένο σε μια ενήλικη πραγματικότητα, από την οποία πασχίζει, αλλά δεν καταφέρνει να ξεφύγει.  Σε μια προσπάθεια να κρατηθεί λιγάκι περισσότερο από αυτά που κάποτε έμοιαζαν να έχουν σημασία, θα καλέσει σε reunion τους παλιούς του φίλους, προκαλώντας τους να ολοκληρώσουν την νύχτα της μεγάλης...μπυροποσίας των νιάτων τους.  Η "αποστολή" θέλει την παρέα να επισκέπτεται και τις δώδεκα(!) τοπικές pub, για ένα πρώτης τάξεως αλκοολικό όργιο, προκειμένου να τερματιστεί επιτέλους το λεγόμενο "Golden Mile".  Η επιστροφή τους όμως στην πόλη δεν θα είναι αυτό ακριβώς που είχαν φανταστεί, μιας που κάτι παράξενο μοιάζει να συμβαίνει εκεί και οι ίδιοι θα αποτελέσουν χωρίς να το ξέρουν, την μοναδική ελπίδα σωτηρία της ανθρωπότητας...


Με το "The World's End" ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Edgar Wright ολοκληρώνει την κινηματογραφική του τριλογία "Cornetto", η οποία έχει χαρακτηριστεί έτσι με αφορμή την παρουσία ενός παγωτού Cornetto τόσο στο "Hot Fuzz", όσο και στο "Shaun of the Dead".  Φυσικά θα το δεις και στο "The World's End", στο οποίο εμφανίζεται ως περιτύλιγμα που παρασύρεται από τον αέρα, κάπου στο τέλος.
Η αλήθεια είναι πως περιμέναμε με ανυπομονησία την συγκεκριμένη ταινία, καθώς όσοι αρέσκονται στο χιούμορ και φυσικά στις πρωταγωνιστικές επιλογές του Wright, ξέρουν πως το δίδυμο Pegg-Frost αποτελούν εγγύηση για μια χαρακτηριστικά διασκεδαστική ταινία.  Όπως αντιλαμβάνεσαι λοιπόν, μιλάμε για ακόμη μια επιτυχία των Βρετανών φίλων μας, την οποία προσωπικά βάζω πολύ ψηλότερα από το αντίστοιχο δείγμα των Evan Goldberg και Seth Rogen, "This Is the End".
Οι δυο ταινίες εκτός από την πασιφανή ομοιότητα των τίτλων, μοιράζονται επί της ουσίας και την ίδια θεματική sci-fi-κής προέλευσης, με την βασική διαφορά να έγκειται στο γεγονός πως οι πρωταγωνιστές του "This Is the End", υποδύονται τους εαυτούς τους.  Ο James Franco, τον James Franco, o Jonah Hill μια ψωνισμένη εκδοχή του και πάει λέγοντας.
Αν και οι δυο ενδείκνυνται για κωμικές βραδιές, εντούτοις το οτινανικό αποτέλεσμα του Rogen είναι γεμάτο καφρίλα, αηδιαστικά ενσταντανέ, σεξουαλικές ατάκες και παρωδία all over the place.  Δεν είναι κακό, απλώς ακολουθεί την πεπατημένη της αμερικάνικης χοντροκοψιάς (η οποία δεν συμβαίνει και πάντα, να τα λέμε αυτά), αλλά και του καυτηριασμού του σύγχρονου star system.  Παρόλα αυτά το "The World's End" κερδίζει για εμένα στα σημεία, για τους λόγους που θα εξηγήσω παρακάτω.


Ας ξεκινήσουμε από το γεγονός πως η ταινία του Wright δεν αποτελεί μόνο αφορμή για γέλια, αλλά παρουσιάζει μέσα στο σύνολό της και κοινωνικοδραματικά δείγματα, τα οποία αναλαμβάνει να βγάλει μπροστά ένας υπέροχος Simon Pegg.
Το γεγονός πως ο Gary King αποτελεί τον συνδετικό κρίκο της παλιοπαρέας, δεν αποτελεί τυχαία επιλογή.  Ο King αποτελούσε το ίνδαλμα των φίλων του, ήταν κυριολεκτικά ο πάλαι ποτέ "βασιλιάς" τους, ο cool, ο γόης, ο αρεστός.  Με το πέρασμα των χρόνων όμως, η αποτυχία συνειδητοποίησης της ενήλικης κατάστασης, ο αλκοολισμός και η αδυναμία να αποτελέσει έναν λειτουργικό, αυτή την φορά, κρίκο της κοινωνίας, δημιούργησαν μια περσόνα γύρω από τον King, η οποία βρίσκεται προσκολλημένη στην εποχή της απόλυτης κυριαρχίας του, της απόλυτης επιρροής του.  Μη τον παρεξηγείται, ο Gary δεν είχε ποτέ βλέψεις να γίνει κάποιος πραγματικά σπουδαίος και τρανός, απλώς να γίνει κάποιος και δη, κάποιος με τον οποίο να μπορεί να τα βγάζει και ο ίδιος πέρα.
Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε πως η ταινία αποτελεί το ψυχογράφημα ενός χαμένου και ολοκληρωτικά παραιτημένου ατόμου, το οποίο συνεχίζει να τρέφει φρούδες ελπίδες σχετικά με την ικανότητά του να σταθεί στα πόδια του και να πετύχει.  Διόλου τυχαία οi Wright-Pegg αντιπαραβάλουν στην όποια επιτυχία των υπολοίπων (οι οποίοι αντιμετωπίζουν με την σειρά τους, τα δικά τους οικογενειακά θέματα), την μανία ολοκλήρωσης του "Golden Mile" από τον Gary, καθώς αυτό αποτελεί τελικά και το μοναδικό επίτευγμα σε ολόκληρη την ταλαίπωρη ζωή του.  Έχει ανάγκη να πιστέψει σε κάτι και να φέρει αποδείξεις αυτής της πίστης.  Εύστοχα ο Wright, αφήνει την ανάδειξη του προβλήματος του πρωταγωνιστή μέσα από μια παράλληλα δράση, η οποία θέλει την πόλη (και κατ' επέκταση ολόκληρη την ανθρωπότητα) σε κίνδυνο, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στον προβληματικό χαρακτήρα, να γίνει τελικά κάποιος και συγκεκριμένα, ο νούμερο ένα αντι-ήρωας του πλανήτη.


Φυσικά η επιλογή του sci-fi περιεχομένου και είναι του προσωπικού μου γούστου και αποδίδεται καλά βρε αδερφέ, με μπόλικες αναφορές από εικονικές ταινίες του είδους, κάτι που απογειώνει την ταινία και την κάθε ταινία δηλαδή που κάνει κάτι τέτοιο, με σεβασμό βέβαια πάντα στο προϋπάρχον υλικό (βλ. "Frankenweenie").
Δεν θα αναφερθώ στο τι ακριβώς γίνεται, αν και αν έχεις δει μπόλικες ταινίες, αντιλαμβάνεσαι τι συμβαίνει από νωρίς.  Αξίζει βέβαια να σημειώσουμε πως τα πάντα μέσα στην ταινία έχουν κρυμμένα νοήματα και μπορούν να αποκρυπτογραφήσουν εύκολα, όλα τα στοιχεία που αποκρύπτονται σε πρώτη φάση (π.χ δώστε μεγάλη προσοχή στις ονομασίες των pubs, καθώς και στις εικόνες που έχουν, γιατί θα καταλάβετε πολλά).  Εντελώς λειτουργική στο πλαίσιο αυτό είναι και η επιλογή της μουσικής λίστας της ταινίας (oh so good!), όπου τα μουσικά κομμάτια χρησιμοποιούνται εύκολα ως τιτλικά υποκεφάλαια της ταινίας.
Όσον αφορά την σκηνοθεσία του Wright είναι φυσικά όπως την περιμένεις: γρήγορη και καλοφτιαγμένη, με απότομα cuts, βρετανικό στιλιζάρισμα και ένα μοντάζ που τρέχει με χίλια.  Εξίσου καλό είναι φυσικά και το cast, με τον Pegg να κρατάει τον καλύτερο ρόλο (και δράμα ο Simon, εύγε!), τον Frost να αποτελεί την παραδοσιακή μας απόλαυση και τους έτερους Martin Freeman, Paddy Considine, Eddie Marsan και Rosamund Pike, να αποδίδουν εξίσου απολαυστικά.
Το "The World's End" γεμάτο από βρετανικό χιούμορ, δράση, awesome σκηνές μάχης και μια άνετη ισορροπία ανάμεσα στο δραματικό και το κωμικό, είναι η ταινία που πρέπει οπωσδήποτε να δεις.  Τώρα!

Τι έμαθα από την ταινία: Οτι παίζει και ο Pierce Brosnan, οτι ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο δύσκολο να πιείς ένα ποτήρι μπύρας και οτι οι δίδυμοι είναι freaky για...διάφορους λόγους.


TRIVIA
  • Η αφίσα της pub, "The King's Head" αν προσέξετε καλά, αναπαριστά τον ίδιο τον Simon Pegg, ως Gary King.
  • Το poster της ταινίας είναι βασισμένο στο poster του "End of the World" το οποίο βασίζεται στην ίδια θεματική με αυτή του "The World's End".
  • Στην αρχή της ταινίας εκεί όπου η νεαρή ακόμη παρέα κάθετε σε έναν λόφο και...αγναντεύει, μπορείτε να δείτε αν προσέξετε καλά, μια μικρή φωτεινή κουκκίδα που πέφτει από τον ουρανό.  Χμμμ....
(ΠΗΓΗ ΙΜDB)
*Τσέκαρε εδώ και τα posters από τις pub της ταινίας.




















Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Pacific Rim: The bigger the better

NEW ARRIVAL

Και ναι λοιπόν συγκίνηση!  Επιστρέψαμε και πάλι μετά από φουλ απουσία δυο μηνών και κάτι ψιλών και όπως βλέπετε επιστρέψαμε με κάτι πολύ bad ass, το "Pacific Rim".
Παρόλα αυτά τα διάφορα πράγματα που έχω στο μυαλό μου και που προσπαθώ να χωρέσω μέσα σε αυτόν τον χρόνο, με κάνει να σας υποσχεθώ το οτι θα προσπαθήσω να δίνω το παρόν όσο πιο συχνά μπορώ μέσα από το αιώνια αγαπημένο μου blogaki.  Θα υπάρχουν βέβαια και μέρες-οι περισσότερες θαρρώ-κατά τις οποίες θα είναι αρκετά δύσκολο να ανεβάσω ταινία λόγω χρόνου (μεταξύ μας ελπίζω να είναι δύσκολο γιατί αυτό σημαίνει πως θα έχω καταφέρει να κάνω αυτό που θέλω), θα μπορείτε όμως αν θέλετε να με τσεκάρετε στο Reel.gr και στο Cine.gr (ναι ξέρω δεν έχετε και την κάψα, απλά λέω).  Θα προσπαθήσω όμως ειλικρινά να γράφω όταν προλαβαίνω για ταινίες που έχουν γίνει hyped up, για ταινιάκια που αξίζουν έτσι κι αλλιώς μια αναφορά και γενικά για οτι παίρνω χαμπάρι και πρέπει να το μοιραστώ μαζί σας.

So, καλή χρονιά να έχουμε, δημιουργική και όσο το δυνατόν πιο ήρεμη παρακαλώ.  Άντε να αρχίζουμε!


Σε έναν κόσμο όπου η ανθρωπότητα έχει χάσει τον ύπνο της υπό την διαρκή απειλή τεράστιων εξωγήινων πλασμάτων που βγαίνουν από την θάλασσα και σπέρνουν την καταστροφή μέρα με την μέρα, οι χώρες έχουν πάψει πια τις φιλονικίες και τους πολέμους, αποφασίζοντας να δράσουν για το κοινό καλό και επενδύοντας σε γιγαντιαία, ρομποτικά κατασκευάσματα με την ονομασία "jaeger", προκειμένου να αντιμετωπίσουν όσο πιο αποτελεσματικά μπορούν τις ορδές των λεγόμενων "kaiju".
Τα πράγματα όμως δεν είναι και τόσο απλά μιας που για να μπορέσουν να κινηθούν αυτά τα τιτανοειδή, χρειάζονται απαραίτητα δυο "πιλότοι" οι οποίοι μπορούν να τα κατευθύνουν, μόνο όταν η εγκεφαλική τους δραστηριότητα φτάσει στο υπέρτατο πεδίο εναρμονισμού...
Όταν ο Raleigh (Charlie Hunnam) αναγκαστεί να επιστρέψει στην ενεργό δράση του χειριστή των jaeger μετά από ένα τραγικό, οικογενειακό συμβάν, θα αντιμετωπίσει την τεράστια και μάλλον τελολογική κατάσταση που επικρατεί αναφορικά με την κυριαρχία των kaiju, τα οποία μοιάζουν να έχουν αποθρασυνθεί ολοκληρωτικά, αυξάνοντας τις επιθέσεις τους και ανεβάζοντας κατακόρυφα τον δείκτη...δυσκολίας και επικινδυνότητάς του.  Ο Raleigh θα αναζητήσει τον συν-πιλότο του στο πρόσωπο της μικροκαμωμένης και ταλανισμένης από το φοβικό της παρελθόν, Mako (Rinko Kikuchi), σε μια προσπάθεια να ανακτήσει και πάλι τον έλεγχο του εαυτού του και να βοηθήσει στην σωτηρία του είδους του, πριν να είναι πολύ αργά.  Και εν το μεταξύ τα kaiju μοιάζουν να δρουν πολύ πιο διαφορετικά απ'οτι είχαμε φανταστεί.  Πιο συνειδητοποιημένα, πιο λογικά, πιο ανθρώπινα...


Το οπτικοακουστικό υπερθέαμα του Μεξικανού Guillermo del Toro, δικαίως διεκδικεί τον τίτλο του υπέρτατου φθινοπωρινού blockbaster, καθώς έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά της κλασικής συνταγής των "τέρμα τα γκάζια" περιπετειών, συνοδευόμενο παράλληλα από μια τεράστια λίστα διαφορετικών κινηματογραφικών επιδράσεων, καλλιτεχνικών ρευμάτων και κυρίως, ιαπωνικής κουλτούρας.
Εμπνευσμένος σαφέστατα από την κινηματογραφική ιστορία των μεγάλων ασιατικών studio (και κυρίως του Toho), o del Toro επαναφέρει τον μύθο του Godzilla και των ομοίων του σε ένα απολαυστικό και χορταστικό δύωρο ταινιάκι, ιδανικό για μια πραγματικά διασκεδαστική ταινιακή βραδιά.
Παρά το γεγονός οτι ο παραμυθατζίδικος αυτός δημιουργός, δεν καταφέρνει επί της ουσίας να επαναπροσδιορίσει ένα είδος στο οποίο έτσι κι αλλιώς πρωτοπόροι ήταν πάντοτε οι Ιάπωνες, εντούτοις πετυχαίνει σε έναν βαθμό να μπολιάσει τα αμερικάνικα, πατριωτικά ιδεώδη με νότες φαντασιακής προέλευσης και mecha-νίστικης αισθητικής, δημιουργώντας εντέλει ένα πολυπολιτισμικό συνονθύλευμα τερατικής ιστορίας και ποπ κουλτούρας.
Τα διάσημα για τα κινηματογραφικά τους τέρατα, στούντιο της Ιαπωνίας, αποτελούν την πρώτη και πιο εμφανή επίδραση του del Toro ο οποίος κάνει το ένα βήμα παραπέρα, προσδίδοντας στα εξαιρετικά καλοφτιαγμένα kaiju του, στοιχεία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, κάνοντας άλλα να μοιάζουν με καρχαρίες, άλλα με αποκρουστικά ψαρικά υβρίδια, και άλλα με τεράστια καβουροειδή!  Μπορεί στην ουσία ο ετερόκλητος κατάλογος των Ασιατών να εξακολουθεί να κρατάει τα σκήπτρα (εκτός από τον Godzilla, η λίστα συνεχίζει και είναι ατέλειωτη: Mothra (τεράστιο σκωρο-πεταλουδοειδές), Gamera (χελώνα), Rodan (δυνοσαυρικό πετούμενο), Ghidorah (δυνοσαυρικό πετούμενο με τρία κεφάλια) κ.α), παρόλα αυτά δεν γίνεται παρά να αναγνωρίσουμε και να επικρατήσουμε την προσπάθεια του del Toro, ο οποίος μετέφερε με ειλικρινή bas ass-οσύνη τα φρικτά, εξωγήινα βδελύγματά του στην μεγάλη οθόνη.


Φυσικά τι είναι ένα τέρας μόνο και έρμο, χωρίς τον ταιριαστό του αντίπαλο;  Τίποτα θα μου πείτε και φυσικά θα έχετε δίκαιο.  Για τον λόγο αυτό έχουμε στημένα απέναντι από τα εντυπωσιακά kaiju, μια σειρά από επίσης εντυπωσιακά ρομπότ, τα λεγόμενα jaeger (από την γερμανική λέξη "jager" που σημαίνει κυνηγός) τα οποία είναι επιφορτισμένα με την εξολόθρευση των κακιασμένων πλασμάτων.  Στην συγκεκριμένη περίπτωση τα τεράστια αυτά δημιουργήματα αντλούν την δύναμή τους από την εμπειρία και την γνώση των χειριστών τους, κάνοντας ακόμη εμφανέστερη την προέλευση της mecha αισθητικής η οποία στα ασιατικά anime αποτελεί μια από τις κυρίαρχες τάσεις.  Εδώ ο del Toro κρατάει σταθερή και αυτή την αξία, εμμένοντας τελικά στην λογική του ανθρώπινου παράγοντα και οχι στην χρήση αυτόνομων δημιουργημάτων με δική τους νοημοσύνη.  Είναι σημαντικό ο πόλεμος να δοθεί ανάμεσα σε τέρατα και ανθρώπους, και οχι ανάμεσα σε τέρατα και "προηγμένα τέρατα".
Η τεχνολογία και η επιστήμη παίζουν εδώ τους δικούς τους υποστηρικτικούς ρόλους, με την στρατιωτική πειθαρχία και την ετοιμοπόλεμη αμερικανίζουσα πραγματικότητα (η οποία δεν αποφεύγει και τις cheesy σκηνές σε στιγμές) να είναι παρούσες, βαδίζοντας όμως στο πλευρό της τρελιάρικης και ριψοκίνδυνης επιστήμης η οποία βέβαια μοιάζει να "ντύνεται" περισσότερο μια κωμική υπόσταση, παρά κάποια ουσιαστική και λογικά υποστηριζόμενη θεωρία.
Ανάμεσα σε όλα τα καλώς κείμενα της ταινίας (μιλάμε για καθαρή, απενοχοποιημένη περιπέτεια φαντασίας έτσι κι αλλιώς), δεν ξεφεύγουν και οι χοντροκομμένες αμερικανιές, ιδιαίτερα κατά τον ηρωικό λόγο του Stacker (Idris Elba), του μεριδίου συμμετοχής στον πόλεμο της Κίνας και της Ρωσίας, οι οποίες αρκούνται στον ρόλο του κομπάρσου, καθώς και του τέλους της ταινίας.  Αλήθεια τώρα, απορείς ποιο μπορεί να είναι;


Όσον αφορά την σκηνοθεσία σίγουρα είναι από τις καλύτερες που έχεις δει στο είδος.  Φαντασμαγορική και εφετζίδικη, ταιριάζει γάντι στις δυναμικές σκηνές των συγκρούσεων δημιουργώντας παράλληλα ένα περιβάλλον απόλυτα καθηλωτικό το οποίο θα θες να συνεχιστεί μέχρι το τέλος.
Αν θα έπρεπε παρόλα αυτά να μιλήσουμε και για κάνα δυο πράγματα που ενοχλούν, σίγουρα πρώτο θα ερχόταν το ατέλειωτο μπλα μπλα των πρωταγωνιστών, γεγονός που οδηγεί σε μια αδικαιολόγητη καθυστέρηση έναρξης της πραγματικής δράσης, με αποτέλεσμα η σταδιακή εξέλιξη της υπόθεσης να σε βρει και λιγάκι χολωμένο, να περιμένεις τη στιγμή που επιτέλους θα ξεκινήσει να πέφτει το βρωμόξυλο.
Από την άλλη πλευρά ένα κάποιο πρόβλημα παρατηρείται και ως προς τις ερμηνευτικές ικανότητες του cast, καθώς μπορεί ο ρόλος του Elba να μην είναι και ιδιαίτερα απαιτητικός με τον ίδιο να είναι έτσι κι αλλιώς αρκετός, όταν όμως έρχεται η στιγμή του Hunnam και κυρίως της Kikuchi για να λάμψουν, κάπου φαίνεται πως το πράγμα στραβώνει.  Ο Hunnam περιορίζεται εμφανώς από το φυσίκ του all American boy, ενώ η Kikuchi σε κάνει να απορείς πως στο καλό ήταν υποψήφια για Oscar 'B Ρόλου στο "Babel".  Εκτός από την όμορφη παρουσία της (η ασιατική θεματική κυριαρχία οπτικοποιείται τελικά με την εικόνα της), μοιάζει να μη μπορεί να προσφέρει τίποτα άλλο.  Ερμηνευτικά δειλή και εντελώς μηχανική, δεν προσφέρει την παραμικρή γοητεία στον χαρακτήρα της, ακόμα και στο πλαίσια ενός τέτοιου είδους ταινίας στο οποίο έτσι κι αλλιώς δεν έχουμε βλέψεις για κάποια υποκριτική αποκάλυψη.
Συνοψίζοντας το "Pacific Rim" είναι η ιδανική αφορμή για να επισκεφτείς τις αίθουσες από αυτή τη Πέμπτη και να περάσεις μια fun βραδιά.  Έχει δράση, εξαιρετικά καλοφτιαγμένα εφέ, ένα 3D που της πάει βρε αδελφέ και μια υπόθεση που έχει χιλιωειπωθεί στο cinema, αλλά δεν μας χαλάει όταν μας δίνει ένα τόσο άρτια δουλεμένο αποτέλεσμα.  Λίγο να προσέχαμε τους ηθοποιούς μωρέ παιδί μου και θα είχαμε ΤΗΝ καλύτερη περιπέτεια της χρονιάς.  Αλλά δεν βαριέσαι, δεν μπορείς να τα έχεις και όλα...

Τι έμαθα από την ταινία:  Οτι ο Ron Perlman είναι αναντικατάστατος για τον del Toro, οτι το αγαπημένο μου τέρας είναι αυτό που επιτίθεται στο Σίδνεϊ (τυχαίο;) και οτι o Hunnam χωρίς τα μούσια είναι άλλος άνθρωπος.



TRIVIA
  • Ο σκηνοθέτης της ταινίας Travis Beacham υποστηρίζει πως είχε την ιδέα για το σενάριο, όταν ένα ομιχλώδες πρωί στεκόταν στην ακτογραμμή της Καλιφόρνια, με την αποβάθρα να φαντάζει σαν ένα πελώριο τέρας που σηκωνόταν από την θάλασσα.  Φαντάστηκε επίσης πως εκείνη την ώρα ένα ρομπότ θα βρισκόταν εκεί, για να προστατέψει την πόλη από την επίθεση.
  • Το "Gipsy Danger" είναι κατασκευασμένο και βαμμένο με τέτοιον τρόπο ώστε να παραπέμπει στα μαχητικά αεροσκάφη του Β' Παγκοσμίου.
(ΠΗΓΗ ΙMDB) 






























































































































Παρασκευή 21 Ιουνίου 2013

Man of Steel: Is it a plane? Is it a bird? No it's Man of Steel...

NEW ARRIVAL

Καλημέρες καλημέρες.  Σήμερα θα πούμε δυο πραγματάκια για την νέα ταινία με πρωταγωνιστή τον ήρωα με την κόκκινη κάπα, και οχι το κόκκινο βρακάκι, καθότι μερικές διαφορετικές πινελιές στον ήρωα της DC είναι εμφανέστατες στην ταινία του Zack Snyder.  Όπως επίσης και αρκετά πράγματα τα οποία μάλλον δεν του βγήκαν και πολύ καλά, κάνοντας την ταινία να απέχει πολύ μακριά από την εικόνα που δημιούργησε γι'αυτή το hype των τελευταίων μηνών.  Για να δούμε όμως τι πήγε στραβά...


Η ιστορία του αγαπημένου super hero ξεκινάει όπως φαντάζεσαι οτι θα ξεκινούσε, από την πρώτη στιγμή της μωρουδιακής του ύπαρξης, την ίδια στιγμή που ο πλανήτης Κρύπτον απειλείται με ολοκληρωτική εξαφάνιση, εξαιτίας της ολικής εκμετάλλευσης των φυσικών του πόρων.  Κάπου εκεί ο Jor-El (Russel Crowe) και η σύζυγός του Lara-Lor Van (Ayelet Zurer) φέρνουν στον μάταιο τούτο κόσμο ένα αγοράκι, το πρώτο που γεννιέται στον πλανήτη με φυσική γέννα μετά από πολλά χρόνια.  Και όσο οι γονείς προσπαθούν να αποφασίσουν τι θα κάνουν με τον νεοφερμένο γιόκα, ο στρατηγός Zod (Michael Shannon) αποφασίζει να εξεγερθεί κατά του ηλικιωμένου κατεστημένου, απαιτώντας να περάσει ο έλεγχος του πλανήτη στα χέρια του, πριν να είναι πολύ αργά.  Αψηφώντας την γηραιά αρχή θα κηρύξει πραξικόπημα, μόνο για να συλληφθεί λίγο αργότερα μαζί με τους υπόλοιπους αποστάτες και να καταδικαστούν σε κάτι δεκάδες χρόνια σε μια κρυογονική φυλακή απίστευτης λήθης.
Και ενώ ο Κρύπτον αρχίζει να αποτελεί σταδιακά παρελθόν, ένα μωράκι ταξιδεύει μέσα στο σύμπαν, καταλήγοντας κάποια στιγμή μέσα σε αγρούς και σπαρτά, εκεί όπου το ζεύγος Kent (Kevin Cistner-Diane Lane) θα αναλάβει να το μεγαλώσει.  Και όσο ο μικρός Clark μεγαλώνει, τόσο θα μεγαλώνουν και οι δυνάμεις του προετοιμάζοντάς τον για την στιγμή της υπέρτατης(;) μάχης: την στιγμή που ο general Zod θα ζητήσει και πάλι εκδίκηση.  Και φυσικά τον Κώδικα, με τον οποίο θα έχει την δυνατότητα να φτιάξει έναν νέο Κρύπτον, πάνω στα γήινα αποκαΐδια...


Ο Zack Snyder ενδεχομένως και να αποτελεί τον κυρίαρχο σκηνοθέτη της απενοχοποιημένης απόλαυσης μιας που από την πρώτη κιόλας ταινία του, το ζομπιακό remake "Dawn of the Dead" (που βασίζεται φυσικά στο original υλικό του George Romero), φάνηκε πως έχει κάθε λόγο να εδραιωθεί στην συνείδησή μας γιατί στην τελική το remake ήταν καλό.  Δεν ξέρω βέβαια αν σε αυτή μου την άποψη παίζει ρόλο η λατρεία μου για κάθε τι απέθαντο, παρόλα αυτά νομίζω πως ήταν έτσι κι αλλιώς μια από τις πιο τίμιες, σύγχρονες προσπάθειες σε ένα κινηματογραφικό είδος που έχει σχεδόν πια κορεστεί.
Φυσικά η κυρίαρχη στιγμή στην μέχρι τώρα σκηνοθετική του καριέρα ήταν η οπτική μεταφορά του graphic novel έπους των Frank Miller και Lynn Varley "300", μια ταινία που αν μη τι άλλο αποτέλεσε και την αφετηρία για την ελληνική μάστιγα που ακούει στο όνομα "τατουάζ Σπαρτιάτης-ελληνική σημαία-περικεφαλαία-ασπίδα".  Οκ...
Χωρίς να γίνεται από τους κριτικούς δεκτή ως κάτι το προκλητικά ενδιαφέρον και εντυπωσιακό, οι "300" κατάφεραν να φέρουν στο προσκήνιο την ιστορία του Λεωνίδα και των γενναίων του, ακόμα και μέσα από ένα καθαρά στυλιζαρισμένο πρίσμα υπερβολής και έντονου κινηματογραφικού στησίματος.  Παρόλα αυτά κανείς δεν αμφισβήτησε πως και οι "300" ήταν ακριβώς αυτό: μια ένοχη/απενοχοποιημένη απόλαυση, ιδανική για μια πρώτης τάξεως πώρωση με την καθόλα ταιριαστή, σκοτεινολαγνική του σκηνοθεσία.
Έκτοτε ο Zack δεν κατάφερε να ξεπεράσει τον εαυτό του, ούτε με το "Watchmen" (το οποίο παρόλα αυτά θεωρήθηκε τίμιο), ούτε όμως και με το λολιτίστικο "Sucker Punch", το οποίο είχε μια κατά τα άλλα σίγουρη συνταγή επιτυχίας: κορίτσια με δερμάτινα, στολές, όπλα, κοτσίδες, γλειφιτζούρια, έναν ορυμαγδό από απειλητικά πράγματα και ένα ομολογουμένως bad ass OST.


Και ερχόμαστε στο σήμερα, στην ταινία που όπως φάνηκε από όλο το διαφημιστικό σούσουρο, θα αποτελούσε την θριαμβευτική επιστροφή του Zack Snyder και γιατί οχι, θα κατάφερνε να επαναπροσδιορίσει έναν κατά τα άλλα παρεξηγημένο σκηνοθέτη με potentials.  Ε λοιπόν αυτό που λένε πως όπου ακούς πολλά κεράσια κράτα και μικρό καλάθι;  Καλά κάνουν που το λένε...
Κάθε φορά που μια ταινία προωθείται στην συνείδησή μας ως το επόμενο big hit του καλοκαιριού (ή όποιας άλλης εποχής, εν προκειμένω μας ενδιαφέρει ο τρόπος με τον οποίο γίνεται όλο αυτό), είμαστε τις περισσότερες φορές σίγουροι πως η ταινία αυτή θα είναι και καλή.  Προσωπική εκτίμηση είναι πως αυτό αποτελεί κατάλοιπο εποχής μπατμανικής τριλογίας του Nolan, μιας που καλοκαίρι επί καλοκαίρι κρεμόμασταν κυριολεκτικά από το σπιντάντο μάρκετινγκ που χαρακτήριζε και τις τρεις του ταινίες.  Δεν είναι τυχαίο εξάλλου πως η σχετική απογοήτευση του "The Dark Knight Returns" ήταν εν μέρει αποτέλεσμα οχι μόνο του σκηνικού μέσα στο οποίο έκλεισε η περιπέτεια του μασκοφόρου εκδικητή (προς το παρόν), αλλά και όλου του hype που είχε δημιουργηθεί γύρω από αυτό.  Δεν είναι και λίγο να παρακολουθείς μερικά χρόνια πριν το αριστουργηματικό "The Dark Knight", και η τρίτη συνέχεια να μοιάζει τελικά ως το πιο αδύναμο φιλμ του συνόλου.  Σκεφτείτε λοιπόν πως κάτι ανάλογο συνέβη δυστυχώς και στο "Man of Steel".


Μπορεί οι ελπίδες μας να ήταν μεγάλες και από το πρώτο trailer-ικό υλικό να φαινόταν πράγματι ως ένα δυναμικό αποτέλεσμα, εντούτοις ολόκληρο το σουπερηρωικό οικοδόμημα του Snyder και των συνεργατών του, καταρρέει μπροστά σου στην αίθουσα, μέσα σε ένα μακρόωρο (γύρω στις δυόμιση ώρες) και άνευ συνοχής δημιούργημα το οποίο αναλώνεται σε ηθικολογικές συζητήσεις, πατρικές ρήσεις και σχεδόν μούγκα στην στρούγκα από τον πρωταγωνιστή Henry Cavill, ο οποίος σου δίνει την αίσθηση οτι παραμένει ο χειρότερα ανεκμετάλλευτος "παίκτης" όλου του cast.
Πιάνοντας την ταινία σε πρώτη φάση από το σενάριο, γρήγορα διαπιστώνεις πως η ιστορία περιστρέφεται γύρω από γνωστές θεματικές, οι οποίες όμως δεν σε ενοχλούν και πολύ καθώς όντως, μπορείς να τις αντιμετωπίσεις ως ένα επαναμπουτάρισμα της γενεσιουργού μυθοπλασίας του Superman.  Από εκεί και πέρα βέβαια αντιλαμβάνεσαι επίσης πως το σενάριο είναι τόσο σκορποχώρι και γεμάτο χαζές τρύπες, ώστε κατευθείαν η ταινία έχει χάσει ένα από τα βασικά και κατά τα άλλα στιβαρά στοιχεία: την ιστορία της.
Χωρίς να φαίνεται να δίνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην σωστή δόμηση ενός πλάνου σχετικά με τα "πως" και τα "γιατί", ο David S. Goyer (βασικότατος συνεργάτης του Christophen Nolan ο οποίος εδώ αναλαμβάνει χρέη παραγωγού), περιορίζει την δράση στο δεύτερο μέρος της ταινίας το οποίο χαρακτηρίζεται μεν από το εφετζίδικο πατιρντί που περιμένεις, αλλά και από μια άψυχη διάθεση για την κάλυψη της οποίας επιστρατεύονται ψηφιακά εφέ 225 εκατομμυρίων δολαρίων.  Και αυτά όμως ακόμη δεν είναι ικανά να καλύψουν αυτό που λείπει: προσωπικότητα και χαρακτήρας.


Τα κάποια θετικά στοιχεία της, όπως η επιβλητική παρουσία του Cavill η οποία δυστυχώς δεν αφήνεται να προχωρήσει λίγο παραπέρα, η χημεία των Costner-Lane, το κλασικά καλό OST του Hans Zimmer, καθώς και η προσήλωση με την οποία ο Michael Shannon προσπάθησε να υποδυθεί τον κακό της υπόθεσης (με τον ίδιο να φαίνεται σε στιγμές περισσότερο γραφικός απ'οτι θα έπρεπε), δεν είναι ικανά να σηκώσουν το βάρος μιας ουσιαστικής απουσίας χημείας ανάμεσα στον Cavill και την Adams, των λεπομερειακών στιγμών που πετούν την λογική από το παράθυρο (πως γίνεται η Lois να κατέληξε μέσα στην παγωμένη σπηλιά σε χρόνο ντε τε, την ίδια στιγμή που η μονάδα που βρισκόταν εκεί εξακολουθούσε να αναρωτιέται τι κρύβεται εκεί χωρίς προφανώς να έχει καταφέρει να μπει μέσα, αποτελεί και για εμένα μυστήριο), την σχεδόν θρησκευτική παρουσία του Crowe που εμφανίζεται στα ξαφνικά και καθοδηγεί σαν άλλος Μεσσίας, καθώς και μιας πρόζας στα όρια του ερασιτεχνισμού που δεν κάνει τίποτα για να ενισχύσει την όποια δυναμική γίνεται να αναζητηθεί σε διάφορες γωνίτσες της ταινίας.
Το "Man of Steel" είναι τα κεράσια που δεν απολαύσαμε ποτέ, σκορπώντας στο πάτωμα από το μικρό μας καλάθι και δημιουργώντας περισσότερο μια αίσθηση ανικανοποίητου που δεν θα γινόταν να ικανοποιηθεί έτσι κι αλλιώς από το καλλιτεχνικό αποτέλεσμά του.  Μια χαμένη ευκαιρία, για έναν τίμιο επαναπροσδιορισμό του ίσως, πιο εικονικού σούπερ ήρωα του κομικίστικου σύμπαντος.  Κρίμα.

Τι έμαθα από την ταινία: Οτι ο Cavill είναι τούμπανο (να τα λέμε αυτά), οτι η το τραγόμουσο του Shannon είναι τόσο απειλητικό (not) και οτι η ξαφνική ερωτική χημεία Superman-Lane απλώς δεν κολλάει ρε παιδί μου.




TRIVIA
  • Στην τελική μάχη Zod-Superman, φαίνεται πάνω σε έναν δορυφόρο το logo "Wayne Enterprise".
  • O Henry Cavill και ο Russel Crowe είχα γνωριστεί μερικά χρόνια πριν και συγκεκριμένα στο "Proof of Life" εκεί όπου ο Cavill αποτελούσε έναν από τους extras που χρησιμοποιήθηκαν για την ταινία.  Ο ίδιος είχε λάβει ενθαρρυντικά σχόλια από τον Crowe να συνεχίσει τις προσπάθειες να γίνει ηθοποιός, ενώ είχε πάρει από αυτόν και αυτόγραφο, όντας ο αγαπημένος του ηθοποιός.
  • Στις περισσότερες σκηνές η κάπα του Superman είναι ψηφιακή.
  • O Ben Affleck ήταν υποψήφιος για την σκηνοθεσία της ταινίας, μέχρι που απέρριψε την πρόταση λέγοντας πως δεν ήταν εξοικειωμένος με τις VFX shots, και πως δεν πρέπει κανείς να αναλαμβάνει ταινίες με βάση το budget, αλλά το σωστό story που πρέπει να υπάρχει και που είναι το πιο σημαντικό.  Καρφάκι αγαπητέ Ben;
(ΠΗΓΗ IMDB)

Δευτέρα 27 Μαΐου 2013

The Faculty: Alienation gets real

Hello again και καλή εβδομάδα σε όλους.  Λοιπόν επειδή τώρα τελευταία όλο δεν έχω χρόνο να δω ταινίες, και όταν τελικά έχω λίγο, δε μπορώ να κάτσω να παιδέψω το μυαλό μου με "βαριές" ταινίες, το σαββατοκύριακο που μας πέρασε αποφάσισα να ξαναδώ μια από τις καλύτερες νεανικές ταινίες των '90s, το "The Faculty".  Την συγκεκριμένη ταινία όλο και κάποια φορά την είχα πετύχει στην τηλεόραση, αλλά ποτέ δεν είχα καταφέρει να την δω ολόκληρη.  Έτσι λοιπόν σε μια από τις κλασικές μου αναζητήσεις για την απάντηση στο αιώνιο ερώτημα, "και τώρα τι βλέπουμε;", είπα να την δω αυτή την φορά ολόκληρη.  Με το που ακούγεται το "The Kids Aren't Alright" των Offspring στην πρώτη σκηνή, ξέρω οτι θα περάσω ένα απολαυστικό μιαμισάωρο και δεν πέφτω έξω, μιας που αν το "The Faculty" μεταφράζεται σε κάτι αυτό είναι σε ένα συνονθύλευμα χαρακτηριστικών, '90s αναφορών και αισθητικής, αδύνατον να του αντισταθείς.


Το σενάριο απλό και γνωστό.  Μια ομάδα μαθητών αρχίζει να υποψιάζεται πως οι καθηγητές του σχολείου είναι εξωγήινοι, όταν η καθημερινή ρουτίνα δίνει την σκυτάλη σε μια σειρά περίεργων φαινομένων τα οποία συνδέονται με τις εξίσου περίεργες συμπεριφορές του προσωπικού.
Η παρέα δεν είναι και ακριβώς παρέα από την αρχή της ταινίας, μιας που περιλαμβάνει εκπροσώπους από όλες τις κοινωνικές κλίκες που χαρακτηρίζουν την λυκειακή ζωή.  Μπροστάρης αυτής της ετερόκλητης ομάδας η οποία θα προσπαθήσει να σώσει την πόλη από τους παρασιτικούς εξωγήινους που θέλουν να κυριαρχήσουν την Γη, είναι ο Zeke (Josh Hartnett) ένας πανέξυπνος αλλά αλιτήριος τύπος ο οποίος χασομεράει πασάροντας χάπια καφεΐνης ως ναρκωτικά στους συμμαθητές του και προφυλακτικά με γεύση κεράσι στην συνεσταλμένη καθηγήτρια της Λογοτεχνίας, Miss Elizbeth Burke (Famke Janssen).  Κάπου εκεί θα δεις και τον παραδοσιακό καρπαζοεισπράκτορα του σχολείου τον οποίο υποδύεται ο Elijah Wood, την "bitchy miss pretty face", Delilah Profitt (Jordana Brewster), με το επίθετό της να δηλώνει ξεκάθαρα τις βλέψεις για περαιτέρω κοινωνική ανέλιξη και παραμονή στο πλευρό του αθληταρά Stan (Shawn Hatosy) για λόγους πρεστίζ.  Φυσικά δεν λείπει ούτε το φρικιό με την ρετσινιά της λεσβίας Stokely (Clea DuVall), καθώς και το χαζοβιόλικο βλαχαδερό από την Atlanta, Marybeth (Laura Harris) y'all!


Αν και τόσο καιρό έλεγα να στρωθώ να την δω επιτέλους παρόλα αυτά δεν ήξερα οτι πίσω από τις κάμερες καθόταν ο Robert Rodriguez τον οποίο έχουμε συνηθίσει σε μια εντελώς διαφορετική κατηγορία ταινιών, περισσότερο b-movie-στικης αισθητικής.  Την στιγμή βέβαια που πας να σκεφτείς κάτι τέτοιο, αρχίζεις να βάζεις και όλα τα κομμάτια του "The Faculty" στην σειρά (δεν είναι δα και τόσο δύσκολο να το κάνεις), και καταλήγεις στο συμπέρασμα πως αυτή η ταινία ίσως και να είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά σκηνοθετικά δείγματα του Rodriguez, το οποίο λειτουργεί με την σειρά του ως μια νεανική ανθολογία σχολικών, κινηματογραφικών επιρροών, sci-fi πινελιών, εξωγήινης λογοτεχνίας και ποπ κουλτούρας, με την οποία θα ταυτιστείς, ιδιαίτερα αν ανήκεις σε κάποια από την κατηγορία των πρωταγωνιστών (φαντάζομαι τον εαυτό μου σαν ένα περίεργο υβρίδιο της Stokely με τον μοναχικό και εντελώς geeky χαρακτήρα του Wood).
Αυτό που καταφέρνει αναμφίβολα και με μεγάλη επιτυχία ο Rodriguez, είναι να δημιουργήσει μια ταινία ύμνο για την εποχή, η οποία βλέπεται καλύτερα από μια χρονική απόσταση (ιδανική εν έτι 2013), επειδή ακριβώς εγκλωβίζει την ουσία των '90s μέσα σε ένα μάτσο κάρε.  Από τα trends στα ρούχα (φαρδιές μπλούζες και παντελόνια, σφιχτοκουμπωμένα πουκάμισα, κοριτσίστικα χοντροπάπουτσα και total black look για το "μαύρο πρόβατο" της παρέας, το οποίο αποτελεί έτσι κι αλλιώς διαχρονική αξία) και τις μουσικές επιλογές (The Offspring, Garbage, Sheryl Crow, Oasis, καθώς και τον πάντα "in" David Bowie, αλλά και το μαθητικά επαναστατικό "Another Brick in the Wall"), μέχρι τον πασιφανή σχολικό διαχωρισμό των μαθητών και την οριοθετημένη στα πλαίσια ενός εν δυνάμει μονοδιάστατου χαρακτήρα, συμπεριφορά τους, όλα εδώ ουρλιάζουν αυθεντική 90ίλα.  Και γι' αυτό την αγαπώ.


Μη φανταστείτε βέβαια πως η αγάπη μου για τον κινηματογράφο της δεκαετίας του '90 είναι κοινή προς όλα τα είδη, αφού κατά γενική ομολογία εκείνη την περίοδο σκηνοθετήθηκαν και μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές μπαρούφες.  Ούτε είναι να πεις πως έζησα και την συγκεκριμένη ταινία στο φουλ, εκτός και αν τα δεκάχρονα (βλ. εμένα) οργιάζαν έτσι κι αλλιώς εκείνη την εποχή.  Θα έλεγε οτι έζησα περισσότερα μια ετεροχρονισμένη 90ίλα που μπήκε στο πετσί μου μέσα από τις παρέες, την οικογένειά μου και ένα σωρό άλλα ερεθίσματα από αυτά δηλαδή που όλοι δεχόμαστε, και την οποία νομίζω πως πέρασα σε ταυτόχρονη, παράλληλη προβολή με όλο το φουτουριστικό μιλένιουμ.
Γι' αυτό τον λόγο το "The Faculty" αν και δεν σου προσφέρει τίποτα το διαφορετικό ή κάτι με το οποίο να πρέπει να ασχοληθείς με αναλύσεις επί αναλύσεων, αποτελεί εντούτοις μια από τις πιο γλυκές (και γιατί οχι ένοχες) απολαύσεις τις οποίες θα παρακολουθήσεις, αν δεν το έχεις ήδη κάνει δηλαδή.
Παρόλα αυτά ακόμα και εδώ υπάρχουν πραγματάκια τα οποία μπορείς να τσιμπήσεις από εδώ και από εκεί, όπως για παράδειγμα την σημασία που έχει για έναν loner όπως ο Wood, να προσπαθήσει να κατατροπώσει ένα τσούρμο ανθρωπόμορφους εξωγήινους και να γίνει ο τοπικός ήρωας (και άρα να πάψει να αποτελεί τον καημένο του οποίου η "οικογένεια" συνθλίβεται καθημερινώς στον στύλο της σημαίας).  Προφανώς και δεν είναι τυχαίο επίσης το γεγονός της αποξένωσης, το οποίο στα αγγλικά ως alienation μπορεί να ερμηνευτεί τόσο κυριολεκτικά, όσο και μεταφορικά, αφού πάνω κάτω αυτό συμβαίνει στο σχολείο: κάτι διψασμένα παράσιτα επιδιώκουν να "αποξενώσουν" και να χειραγωγήσουν τους μαθητές, μετατρέποντάς τους σε πρώτης τάξεως παθητικά όντα με εποικιστικές τάσεις.  Κάτι καθημερινό δηλαδή...


Φυσικά αν προσέξετε λίγο καλύτερα θα δείτε πως το κάθε τραγούδι παίζει και σε συγκεκριμένη στιγμή της ταινίας, ανάλογα με το concept της κάθε σκηνής, και αυτό που σίγουρα προκαλεί θετική εντύπωση, είναι τα αρκετά καλά εφέ (δεδομένης της εποχής πάντα), με τα οποία παρουσιάζονται οι κακοί εξωγήινοι.
Στην ταινία επίσης σίγουρα θα απολαύσετε το οτινανικό cast, το οποίο δένει τέλεια, καθώς και μερικές ηθοποικές προσθήκες που κάνουν την διαφορά, όπως αυτή της Famke Janssen στον ρόλο της ταπεινής καθηγήτριας που αργότερα γίνεται sexy θηλυκό, του...Usher ο οποίος υποδύεται έναν από την ομάδα του football, του Jon Stewart στον ρόλο ενός εκ των καθηγητών, καθώς και της Salma Hayek σε ένα μικρό ρολάκι, μιας που φανταζόμαστε πως ο Rodriguez, απλώς δεν γινόταν να κάνει ταινία χωρίς αυτήν μέσα.
Όσον αφορά τους βασικούς πρωταγωνιστές, όλοι δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό (μεταξύ μας παίζουν σε σενάριο που ο καθένας μας θα ήθελε διακαώς να πρωταγωνιστήσει) χωρίς υπερβολές, με μια αγνώριστη Jordana Brewster, έναν συνήθη ύποπτο Hartnett και έναν Wood σε έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς ρόλους της περίεργης κινηματογραφικής του καριέρας (είναι γεγονός οτι ήρθε σε τούτο τον μάταιο κόσμο προκειμένου να υποδυθεί μόνο τον Frodo).
Κατά τα άλλα αν περιμένεις κλασική σχολική σκηνοθεσία, μερικές extra gore στιγμές και αναφορές σε βιβλία όπως το "Invasion of the Body Snatchers", δεν πέφτεις έξω μιας που τα παιδιά βασίζουν ακριβώς πάνω εκεί όλα τα ύποπτα συμπτώματα περί της αλλαγής στην συμπεριφορά των καθηγητών τους.  Εγώ να προσθέσω πάντως πως η όλη κατάσταση θυμίζει εκδοχή του "The Breakfast Club", υπό το πρίσμα βέβαια μιας εξωγήινης απειλής.


Εν κατακλείδι το "The Faculty" αποτελεί μια απολαυστική και καθόλα διασκεδαστική επιστροφή στο πρόσφατο ή και πιο παλιό παρελθόν σου.  Εγγυημένη πρόταση για ημέρες με περίεργα mood swings.  Believe me.

Τι έμαθα από την ταινία: Οτι μεταξύ μας την Ms. Burke, όλοι θα την ήθελαν να παραμείνει όπως έγινε μετά, οτι ο Hartnett είναι κατά τα άλλα διάνοια και πως όταν δεις μια γηραιά καθηγήτρια να πέφτει νεκρή πάνω σου, μέσα στην ντουλάπα του γραφείου των καθηγητών, σημαίνει πως ήρθε η ώρα να την κάνεις.  Plus, μάθε να κρύβεις επιτέλους τα πορνό σου και σε κάποιο άλλο σημείο πέρα από κάτω από το στρώμα σου.


 TRIVIA
  • Όταν ο Casey περιποιείται τα τραύματά του στην τουαλέτα, πάνω από το κεφάλι του είναι ένα γκράφιτι που λέει, "Τito & Tarantula", το όνομα της μπάντας που χρησιμοποιούσε ο Rodriguez σε διάφορες ταινίες του όπως το "Desperado" και το "From Dusk till Dawn".
  • O Jon Stewart παίζει τον καθηγητή Edward Furlong.  Στην πραγματικότητα ο ηθοποιός Edward Furlong υποδύθηκε τον John Connor στο "Terminator 2: Judgment Day", στην οποία τον καταδίωκε ο T-1000 Εξολοθρευτής, τον οποίο υποδυόταν ο Robert Patrick.  Ο Patrick υποδύεται επίσης στο The Faculty τον προπονητή της ομάδας football.
  • Ένα σύνθημα που φαίνεται στα αποδυτήρια λέει "Τhe will to win comes from within", αρκετά ταιριαστό αν σκεφτεί κανείς πως κάτι τέτοιο ισχύει και στην περίπτωση των παρασιτικών εξωγήινων οι οποίοι θέλουν να κερδίσουν, λειτουγόντας "μέσα" από τους ξενιστές/ανθρώπους.
 (ΠΗΓΗ IMDB)

Δευτέρα 22 Απριλίου 2013

Oblivion: Sci-fi fantasy

Καλημέρες και καλή εβδομάδα να έχουμε.  Εμένα μου ξεκίνησε αρκετά στραβά βεβαίως (όπως και έχει γίνει παράδοση να προσθέσω), αλλά το καλό είναι οτι όλο και ένα κινηματογραφικό γράψιμο θα με κάνει λιγάκι να ξεχαστώ.  Συνεπώς σήμερα και βασικά όλη την εβδομάδα (μιας που πλέον οι Παρασκευές μου τείνουν να τινάζονται λιγάκι στον αέρα, και δεν προλαβαίνω να ανεβάζω ταινιούλα), θα ασχοληθούμε με τα κατεξοχήν blockbusters της εποχής, το sci-fi "Oblivion", και την τρίτη συνέχεια του Iron Man, η οποία βγαίνει στις αίθουσες της Πέμπτη, και αναμένεται να προκαλέσει πανικό.  Κι αν με ρωτάτε καλά θα κάνει μιας που προσωπική μου εκτίμηση είναι πως αποτελεί την καλύτερη εκ των τριών ταινιών.  Μακράν.  Και επειδή το πολύ το κυρ ελέησον το βαριέται και ο παπάς, είπα βρε αδελφέ να ασχοληθούμε αποκλειστικά αυτές τις μέρες με οπτικοακουστική τροφή, κατάλληλη για τις δραση-κες πτυχές του εαυτού μας, πασπαλισμένες με την απαραίτητη επιδερμική, χολιγουντιανή συνταγή του ηθικού προβληματισμού, της πορείας του ανθρώπου και πάει λέγοντας.  Ξεκινάμε λοιπόν με "Οblivion", μια ταινία που έχει ένα σωρό καλά πράγματα στα οποία μπορείς να επικεντρωθείς, αλλά και ένα τεράστιο κακό που ακούει στο όνομα, "αμερικάνικη μελούρα".  Για πάμε.


Ο Jack (Tom Cruise) και η Victoria (Andrea Riseborough), είναι τα δυο εναπομείναντα μέλη της ανθρώπινης φυλής στον πλανήτη Γη, οι οποίοι έχουν ως αποστολή τους την παρακολούθηση και τον έλεγχο, της ομαλής απορρόφησης όλου του υγρού στοιχείου του πλανήτη μας, με την βοήθεια τεράστιων πλατφορμών, οι οποίες προμηθεύονται το νερό, προκειμένου αυτό να μεταφερθεί αργότερα στο Tet, ένα εξωγήινο, πολύεδρο σχήμα, το οποίο στέκει νωχελικά στην μέση του ουρανού, φιλοξενώντας τον σταθμό ανεφοδιασμού.  Την ίδια στιγμή οι εναπομείναντες επιζώντες της ανθρωπότητας, έχουν ήδη εγκατασταθεί στον Τιτάνα, το μεγαλύτερο φεγγάρι του Κρόνου...
Όλα άρχισαν εξήντα χρόνια πριν, όταν η Γη δέχτηκε επίθεση από ορδές εξωγήινων, γνωστούς και ως "Scavs" (από την λέξη "scavengers", η οποία δήλωνε και τις βλέψεις των εξωγήινων πλασμάτων για εκμετάλλευση των πόρων και ουσιαστικό αφανισμό των ανθρώπων, προς δικό τους όφελος), οι οποίοι αφού κατέστρεψαν το φεγγάρι μας(!), άφησαν στην συνέχεια την Φύση να κάνει τα δικά της, προκαλώντας σεισμούς, πλημμύρες και κατακλυσμιαίες αλλαγές που άλλαξαν οριστικά το πρόσωπο του πλανήτη μας, ο οποίος έγινε κρανίου τόπος, πολύ πιο γρήγορα, απ'οτι θα τον κάναμε εμείς.
Και ενώ ο Jack και η συνάδελφός του εξακολουθούν να εργάζονται για τελευταία φορά στην Γη, οι εξωγήινοι συνεχίζουν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους, μέχρι την στιγμή που η εμφάνιση ενός διαστημικού πληρώματος από το πουθενά, θα θέσει σε κίνηση μηχανισμούς τους οποίους ο Jack δεν είχε καν φανταστεί...


O Joseph Kosinski αποτελεί φρέσκο αίμα στην δημιουργική πιάτσα του Χόλιγουντ και μάλιστα, ένα από τα πολλά υποσχόμενα πρόσωπα των years to come.  Παρά το γεγονός οτι στο ενεργητικό του μετράει μόλις δυο ταινίες (και μια ακόμη η οποία έχει ανακοινωθεί), ο Kosinksi έχει καταφέρει να στρέψει τα φώτα πάνω του, κυρίως χάρη στις εντυπωσιακά καμωμένες σκηνοθετικές του προσπάθειες, οι οποίες τόσο στο "Tron: Legacy", όσο και εδώ στο "Oblivion", αποτελούν αναμφίβολα δείγματα θαυμάσιων, παρελθοντικών διδαχών και πλούσιου φουτουριστικού νου, γεγονός που αποτελεί αν μη τι άλλο έναν απόλυτα θαυμαστό συνδυασμό.
Εξίσου θαυμαστός είναι και ο τεχνολογικά προηγμένος κόσμος του "Oblivion", ο οποίος μπορεί να μην προσφέρει απολύτως τίποτα το καινούριο στο πλαίσιο της ανθρώπινης φιλοσοφίας περί πεπρωμένου, προορισμού ζωής ή ακόμα και περιβαλλοντολογικών ανησυχιών αναφορικά με την πορεία του πλανήτη Γη, καταφέρνει όμως να κατασκευάσει τόσο υπέροχα και με τέτοια ομορφιά τον κόσμο μέσα στον οποίο η δράση του παίρνει σάρκα και οστά, ώστε είναι πραγματικά αδύνατον να μη σε παρασύρει η μαγεία των επιστιμονικοφανταστικών του πλάνων, ακόμα και αν ξέρεις πως όλα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο, πέρα από αποκυήματα μιας προκλητικής, ψηφιακής "πραγματικότητας".


Τέτοιες δουλειές είναι που κάποιος θα μπορούσε να απολαμβάνει με τις ώρες, ακόμα και στο πλαίσιο ενός κλασικού, black and white graphic novel, μιας που η άνθηση σε comics, ταινίες, ακόμα και ηλεκτρονική μουσική (ξέρεις τώρα, από αυτές που μοιάζουν βγαλμένες κατευθείαν από κόσμους μακρινούς και κρυφούς), που περιλαμβάνουν sci-fi περιπέτειες, διαστημόπλοια και φιγουρατζίδικους κακούς, μάλλον δεν σταμάτησε και ποτέ, με την αρχή να γίνεται προφανέστατα την χρυσή εποχή του George Lucas και των "Star Wars" (brace yourselves, they are coming in 2015), καθώς και του Ridley Scott και του alien-ικού του πονήματος.
Είναι σίγουρο πως αν ερωτηθεί ο καθένας από εμάς για τους λόγους για τους οποίους εκτιμάει και γουστάρει να βλέπει sci-fi ταινίες, θα πει και από κάτι διαφορετικό.  Προσωπικά λατρεύω αυτές τις ταινίες γιατί θέλοντας και μη, πάντα περικλείουν ψήγματα της ανθρώπινης περιέργειας για την απαρχή του κόσμου/κόσμων, τις τεχνολογικές εξελίξεις που μπορεί με την σειρά τους να χρησιμοποιηθούν ποικιλοτρόπως και τα τεράστια υπαρξιακά θέματα που οριοθετούνται στο "αυστηρό" (εδώ γελάμε) πλαίσιο, ενός αχανούς σύμπαντος.  Η Οδύσσεια του Kubrick για πράδειγμα, αποτελεί έναν φωτεινό φάρο στην ιστορία του κινηματογράφου, οχι μόνο γιατί πρωτοτύπησε στις σκηνοθετικές της τεχνικές, και εγκλώβισε μέσα της την παγκόσμια ομορφιά του κινηματογράφου, αλλά και γιατί κατάφερε μέσα από δεμένες σεκάνς και εννοιολογικά πλάνα, να μιλήσει για πράγματα πιο μπροστά από την εποχή της.  Φυσικά το ψυχεδελικό της αμπαλάρισμα, έδωσε ένα τεράστιο boost στην κατά κοινή της αποδοχή, ως μια από τις καλύτερες ταινίες που έγιναν ποτέ, ενώ και το επιβλητικό, σχεδόν προορισμένο για να "ακούγεται" στα πέρατα του διαστήματος, "Also sprach Zarthustra", αποτέλεσε απλώς τον φιόγκο σε ένα κατασκεύασμα που όμοιό του δεν υπάρχει. 


Πριν λοιπόν ο Kosinski αποφασίσει να κυκλοφορήσει στην αγορά το ομώνυμο graphic novel το οποίο ο ίδιος έγραψε, είπε να προχωρήσει στην σκηνοθεσία μιας ταινίας, και αν με ρωτάτε έξυπνη και σοφή η επιλογή του, μιας που έτσι θα είναι περισσότεροι και εκείνοι οι οποίοι όλο και ένα βλέμμα παραπάνω θα ρίξουν στον τίτλο Oblivion, που θα τους περιμένει στα απανταχού, βιβιοπωλικά ράφια.
Η ταινία αποτέλεσε για εμένα μια ευχάριστη έκπληξη, μιας που αγαπώ όλα εκείνα τα film, τα οποία με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, παραπέμπουν και παίρνουν δάνεια από αντίστοιχες ταινίες του είδους.  Στην προκειμένη περίπτωση η επίδραση της Οδύσσειας, είναι κάτι περισσότερο από εμφανής, ιδιαίτερα προς το τέλος, όπου και το πράγμα γίνεται ξεκάθαρο.  Από την ταινία δεν λείπουν επίσης ξόφαλτσες παραπομπές σε άλλα films, όπως το "WALL-E", το "Mad Max",  το "Star Wars" και το "Independence Day", γεγονός που δεν είναι κακό, μιας που οι έμμεσες αναφορές γίνονται με γούστο και καλαισθησία.  Σίγουρα βέβαια θα υπάρξουν και εκείνοι που θα αναρωτηθούν, αν κάπου το θέμα με το sci-fi έχει βαλτώσει, και ίσως αυτό να είναι ένα θέμα προς συζήτηση, μιας που κακά τα ψέματα την παρθενογένεση θα έπρεπε να την έχουμε ξεχάσει εδώ και καιρό.
Ανεξάρτητα από αυτό βέβαια, ο κόσμος που έχει δημιουργήσει ο Kosinski είναι εφιαλτικά ονειρεμένος.  Έρημο, γκρίζο τοπίο, πισίνες που ίπτανται πάνω από αστραποβροντισμένα σύννεφα, μοτοσυκλέτες που συναρμολογούνται στην στιγμή και κάτι θανατηφόρες οπλισμένες μπάλες αέρος, που μοιάζουν με high-tech Blastoises.  Μόνο που αντί για νερό, πετάνε λεϊζερικές φλόγες και σε κάνουν χαρτοπόλεμο.  Ωραία πράγματα.


Και εκεί που έχεις τον τέλειο, τον ιδανικό κόσμο για να κάνεις οτι γουστάρεις, και εκεί που έχεις ακόμα και αξιοπρεπείς ερμηνείες από όλο το cast, αποφασίζουν να σου πετάξουν οι σεναριογράφοι την μελούρα της ζωής σου, με υπεκοντινά στο πρόσωπο του Tom (και στο συνοφρύωμά του), με την ηρωική μουσική να παίζει στον background και όλες εκείνες τις σαχλές πινελιές που δεν προσδίδουν τίποτα το καλό σε μια ταινία, μόνο ένα χασμουρητό στην φάτσα σου.  Τόσο ωραία δουλειά, τέτοιο εκπληκτικό soundtrack από τους M83, και το πράγμα να χάνει από τις "ω πόσο μισητές αμερικανιές";
Αν δεν είστε τόσο αυστηροί όσο εγώ απέναντι στα δάκρυα και τους ηρωισμούς, τότε θα κρατήσετε από το "Oblivion" μόνο τα καλά του.  Είναι σίγουρα μια ταινία που αξίζει να την δεις στον κινηματογράφο και ειδικά οι φαν του sci-fi, θα την εκτιμήσουν δεόντως.  Στις μελιστάλαχτες στιγμές, απλώς γυρίστε το κεφάλι, ξεράστε μέσα στην χάρτινη σακούλα σας και συνεχίστε την προβολή.

Τι έμαθα από την ταινία: Οτι ο Morgan Freeman εκτός από ντετέκτιβ Θεός, είναι και άλλα πράγματα, οτι όλος ο κόσμος χτίστηκε κατά βάθος άνισος, για να αντισταθμίζεται η διαφορά ύψους Kurylenko-Cruise και οτι το τέλος θα μπορούσε να λείπει ρε!

Eπίσης το trailer μπορείτε να το αποφύγετε μις που είναι τίγκα στο spoiler

 

No trivia

Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012

Super 8: The best amateur movie ever made!

Καλημέρα και πάλι λοιπόν!  Σήμερα θα ασχοληθούμε με ένα νεανικό ταινιάκι που προβλήθηκε μέσα στο 2011 (εξού και το καινούριο) και το οποίο παρακολούθησα μόλις πρόσφατα, εν μέρει και για τις ανάγκες των Blogoscars.  Παρόλα αυτά σύντομα βρήκα το εαυτό μου να το απολαμβάνει πραγματικά, μιας που έχω ιδιαίτερη αδυναμία σε φίλμς με πιτσιρικαρία που μπλέκει σε ένα σωρό περιπέτειες.  Sο ξεκινάμε;  Υeap, we do!


Βρισκόμαστε στο καλοκαίρι του 1979, οπού μια παρέα παιδιών αποφασίζει να γυρίσει ένα super 8 ταινιάκι, προκειμένου ο ένας από αυτούς-ένας φιλόδοξος, χοντρούλης σκηνοθέτης-να συμμετάσχει με τη κόπια του σε έναν κινηματογραφικό διαγωνισμό.  Οι φίλοι του συμφωνούν να τον βοηθήσουν προκειμένου να γυρίσει το πολυπόθητο ζομποεργάκι του, ζητώντας τη βοήθεια της όμορφης Alice (Elle Fanning).  Όταν ξεκινούν τα γυρίσματα το βράδυ κοντά σε έναν σταθμό τραίνων, τα παιδιά θα γίνουν μάρτυρες ενός τρομακτικού ατυχήματος, που λίγο θα λείψει να στοιχίσει τη ζωή τους.  Σύντομα θα έρθουν αντιμέτωποι με μια σειρά περίεργων εξαφανίσεων και φαινομένων στη πόλη τους, με τον αναπληρωτή Σερίφη Jackson Lamb (Kyle Chandler) να προσπαθεί να δώσει μια λογική εξήγηση.  Τα παιδιά δε θα αργήσουν να ανακαλύψουν τι συμβαίνει, και τότε θα έρθουν αντιμέτωποι με μια φρίκη την οποία ποτέ τους δεν είχαν φανταστεί.


Ο σκηνοθέτης J.J Abrams είναι μια ιδιόμορφη Χολιγουντιανή προσωπικότητα, καθώς κάνει την εμφάνισή του μέσα στα χρόνια, όταν και όποτε το αποφασίσει ο ίδιος, πιο πολύ στον ρόλο του κινηματογραφικού παραγωγού.  Βεβαίως έχει εκτελέσει και χρέη σκηνοθέτη (όπως δηλαδή στο σημερινό μας ταινιάκι) για επιτυχημένες μάλιστα στο είδος τους ταινίες, όπως το "Mission Impossible III" (2006) και το "Star Trek" (2009).  Παρόλα αυτά οι φορές που έχει καθήσει πίσω από την κάμερα είναι πραγματικά μετρημένες στα δάχτυλα, αφού προτιμά να εκτελεί χρέη παραγωγού ή σεναριογράφου, και μάλιστα περισσότερο σε σειρές, παρά σε ταινίες.  Το "Lost" και το "Fringe" είναι από τις χαρακτηριστικότερες και πιο επιτυχημένες δουλειές του.  Έτσι λοιπόν αν και έχει δώσει καλά δείγματα δουλειάς, ήταν σίγουρα μια έκπληξη όταν μαθεύτηκε οτι μια ταινία όπως το "Super 8" θα την υπέγραφε σεναριακά και σκηνοθετικά ο ίδιος.  Όταν μάλιστα μάθαμε οτι ο Spielberg θα αναλάμβανε την παραγωγή, τότε το ενδιαφέρον γύρω από το story και την εκτέλεση της ταινίας, χτύπησε ταβάνι.


Η αλήθεια είναι πως από σεναριακή πλευρά η ταινία δεν έχει κάτι καινούριο να μας πει, από την άποψη οτι το story με τα πιτσιρίκια που μπλέκουν σε περιπέτειες το έχουμε δει, και το έχουμε ξαναδεί ήδη από τη δεκαετία του '80, όταν και αυτός ο κινηματογράφος βρισκόταν στις δόξες του.  Εάν όμως κοιτάξει κανείς πέρα από το κλασικού μοτίβου σενάριο, θα διαπιστώσει ο το "Super 8" έχει κάτι να πει και το λέει καλά, κυρίως γιατί πατάει πάνω σε μια νοσταλγική βάση, τότε που ήμασταν και εμείς παιδιά και θέλαμε να κατακτήσουμε τον κόσμο όλο.  Αυτή ακριβώς η νοσταλγική διάθεση και η θύμηση παλιών, μπλοκμπαστερικών φιλμ, είναι που κάνει αυτή τη ταινία αξιολάτρευτη.
Αν λοιπόν δε σας ενοχλεί ένα σενάριο που σίγουρα θα έχετε ξαναδεί τριγύρω, τότε σίγουρα θα απολαύσετε τα πάντα σε αυτό το φρέσκο και στιλιζαρισμένο ταινιάκι, που έτσι κι αλλιώς (και χρονολογικά να το δει κανείς) παραπέμπει στην καλύτερη δεκαετία για τέτοιες ενέργειες: αυτή του 1980.
Προσωπικά υπάρχουν πράγματα τα οποία μπορεί να έχω ξαναδεί σε μια ταινία, αλλά να καταφέρνει με ένα μόνο διαφορετικό στοιχείο, να κερδίσει την προσοχή και το ενδιαφέρον μου.  Στη προκειμένη περίπτωση το γεγονός οτι η παρέα των παιδιών γυρίζει μια ταινία, μέσα σε μια ταινία, είναι καταλυτικής σημασίας για την προώθηση της ιστορίας, καθώς όπως η κάμερα του σκηνοθέτη γίνεται κοινωνός των εικόνων και εξελίσσει τη δράση, έτσι και εδώ η κάμερα των παιδιών θα αποτελέσει τη γνώση της οποίας θα γίνουν μάρτυρες οι μικροί πρωταγωνιστές και θα προσπαθήσουν να αντιμετωπίσουν την επικίνδυνη κατάσταση μέσα στην οποία έχει μπλεχτεί η μικρή τους πόλη Lilian. Αναμφίβολα ένα σκηνοθετικό εύρημα που έχει τη δική του-σημαντική-αξία μέσα στη ταινία.


Εξίσου ενδιαφέρον είναι και το μήνυμα το οποίο φαίνεται να πετάει ο Abrams μέσα στο φιλμ του, ένα μήνυμα το οποίο εν έτη 2011 είναι πιο σημαντικό από ποτέ.
Κατά τη διάρκεια του τεράστιου χαμού στη πόλη, κάνει την εμφάνισή του ο στρατός, ο οποίος φαίνεται πως ξέρει πολύ καλά τι έχει συμβεί και κυρίως ποιος είναι ο υπεύθυνος της τεράστιας καταστροφής που έχει γίνει στη περιοχή.  Όπως γίνεται αργότερα γνωστό ο στρατός ήταν υπεύθυνος για μια σειρά πειραμάτων που είχαν γίνει πάνω σε ένα... περίεργο πλάσμα, το οποίο τώρα είναι ελεύθερο, τρομοκρατώντας τη πόλη των πρωταγωνιστών.
Στο πλαίσιο της υπόθεσης θα μπορούσαμε να μείνουμε σε αυτό το κομμάτι της περιπετειώδους δράσης και να μη δώσουμε μεγαλύτερη σημασία στο 'γιατί' και το 'πως'.  Αν όμως αποφασίσουμε να το κάνουμε, τότε θα δούμε την ύπαρξη μιας αντίληψης η οποία στις μέρες μας είναι πιο έντονη από ποτέ: η φύση εκδικείται.  Και πως δε θα μπορούσε;  Όταν ο άνθρωπος παρεμβαίνει στα πράγματα γύρω του, τα εκμεταλλεύεται και τα καταστρέφει στο όνομα του δικού του οφέλους, είναι μόνο θέμα ώρας μέχρι η Φύση να πάρει το 'αίμα της πίσω', επιβάλλοντας την καταστροφική της δύναμη πάνω στους ανθρώπους, χωρίς κανένα έλεος.  Έτσι και εδώ το πρωταγωνιστικό πλάσμα αντικατοπτρίζει την ανθρώπινη αδικία πάνω στη Φύση και τα όντα της, μια αδικία που αργά ή γρήγορα ξεπληρώνεται.  Όπως ακριβώς γίνεται και στη ταινία.  Ποιος μπορεί να κατακρίνει την οργή του, όταν αποτέλεσε αντικείμενο εκμετάλλευσης, πειραμάτων και κακομεταχείρισης από τον άνθρωπο, για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα;  Η απάντηση είναι κανείς.


Όσον αφορά τη σκηνοθεσία του Abrams είναι πολύ καλή, καθώς καταφέρνει αν επαναφέρει την 'αίγλη' και την αθωότητα της παλιάς εποχής (περιμένεις πως από στιγμή σε στιγμή θα πεταχτεί από κάπου ο Eliot μαζί με το E.T και θα αρχίσουν να βολτάρουν με το ποδήλατό τους).  Το ντύσιμο των ηθοποιών, τα σκηνικά και κυρίως η αύρα η οποία πηγάζει από τις ερμηνείες των πρωταγωνιστών, συνθέτουν ένα όμορφο αποτέλεσμα που δύσκολα θα αφήσει κάποιον παγερά αδιάφορο.
Οι ερμηνείες είναι επίσης εξαιρετικές, καθώς ιδιαίτερα η Fanning και ο μικρός Courtney έχουν μια ιδιαίτερη χημεία μεταξύ τους, που βγαίνει εύκολα στην οθόνη και είναι πραγματικά απολαυστικό να τους παρακολουθείς.  Και τα υπόλοιπα πιτσιρίκια όμως είναι ιδανικά στους ρόλους τους οι οποίοι είναι ως επί το πλείστον ξεκάθαροι: ο πλακατζής, ο χοντρούλης (είναι αναπόφευκτο), ο φοβιτσιάρης και πάει λέγοντας.
Από πλευράς ενηλίκων έχουμε τη παρουσία του Chandler (τον θυμάστε από μια σειρά που έβαζε το Mega κάτι πρωινά, το "Early Edition"), του Noah Emmerich στον ρόλο του κακού επικεφαλής του στρατού, καθώς και τον Ron Eldard ο οποίος υποδύεται τον μέθυσο πατέρα της Fanning και είναι πολύ καλός σε αυτό.
Το "Super 8" είναι μια ταινία που σου θυμίζει τι ωραία είναι τελικά να είσαι παιδί.  Αξίζει να της δώσετε την προσοχή σας, ιδιαίτερα εάν θέλετε να περάσετε ένα ευχάριστο βραδάκι στο σπίτι, εν μέσω του παγετού που επικρατεί έξω.  Έχει χιούμορ, συναίσθημα και εντυπωσιακά εφέ, συνδυασμένα όλα σε μια παλιακή αισθητική που σε κερδίζει.  Καλή σας προβολή : )

Τι έμαθα από τη ταινία:  Οτι ο στρατός φταίει πάντα, οτι θα έδινα τα πάντα για να ζούσα σε μια τέτοια πόλη και οτι η ταινία ξεκινάει με μια ευφυέστατη, μινιμαλιστική σκηνή που έμεινε στο μυαλό μου...




TRIVIA

  • Ο Abrams ονόμασε την πόλη Lilian από τη γιαγιά του.
  • Το διάσημο πλέον ποδήλατο του Spielberg από τον Ε.Τ το βλέπουμε στην ταινία κάπου προς το τέλος, όταν πολλά μεταλλικά αντικείμενα αρχίζουν ξαφνικά να έλκονται προς έναν water tower.
  • Επειδή η Fanning ήταν 12 χρονών στα γυρίσματα, αλλά κάποιες σκηνές απαιτούσαν από εκείνη να οδηγάει, αυτό επιτεύχθηκε με έναν τύπο στο πίσω κάθισμα ο οποίος οδηγούσε το αυτοκίνητο κρατώντας ένα μικρό τιμόνι!
  • Το ατύχημα με το τραίνο έγινε εσκεμμένα πιο καταστροφικό, απ' ότι θα ήταν στη πραγματικότητα, ως φόρος τιμής στις exploitation movies του '70.
(Πηγή IMDB)
























Τα λέμε αύριο! Τσιου!