NEW ARRIVAL (από τις 7 Νοεμβρίου στις αίθουσες)
Καλημέρες καλημέρες! Χθες δεν προλάβαμε να ανεβάσουμε κάποια ταινιούλα, αλλά δεν θα αφήναμε και το σαββατοκύριακο να πάει χαμένο, μιας που αν μη τι άλλο μπορούμε να προτείνουμε καινούρια ταινιούλα που θα βγει στις αίθουσες την επόμενη εβδομάδα. Πιο συγκεκριμένα θα ασχοληθούμε με την νέα ταινία του Αλέξανδρου Αβρανά, "Miss Violence", η οποία προκάλεσε αίσθηση στο φεστιβάλ της Βενετίας, από το οποίο απέσπασε μάλιστα τον Αργυρό Λέοντα, αλλά και το βραβείο Ά Ανδρικού για την ερμηνεία του Θέμη Πάνου, στον ρόλο του πατέρα. Σας το λέω από τώρα πάντως πως η ταινία δεν είναι για ευαίσθητα στομάχια και σίγουρα οχι για όλους. Τι εννοώ με αυτό; Θα καταλάβετε...
Στα ενδέκατα γενέθλια της η μικρή Αγγελική πέφτει από το μπαλκόνι του σπιτιού, βρίσκοντας τραγικό θάνατο, με ένα αινιγματικό όμως χαμόγελο να ζωγραφίσει το πρόσωπό της. Η οικογένεια ταραγμένη από το σοκ της αυτοκτονίας, θα προσπαθήσει να συνεχίσει στην δύσκολη καθημερινότητά της, μια καθημερινότητα που σκιαγραφεί με μελανά χρώματα την ζοφερή οικονομική κατάσταση-και οχι μόνο-της σύγχρονης Ελλάδας.
Καθώς το σεναριακό κουβάρι αρχίζει να ξετυλίγεται, τα μυστικά που βρίσκονται καλά θαμμένα κάτω από το vintage χαλί του σπιτιού, θα αρχίσουν να αναδεύονται, απαιτώντας να βγουν στην επιφάνεια και να καταπνίξουν μέχρι και την τελευταία ρανίδα λογικής. Αν δηλαδή αυτή υπήρξε και ποτέ...
Η "Miss Violence" αποτελεί την δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Αλέξανδρου Αβρανά και όπως όλα δείχνουν αποτελεί και την πιο πολυσυζητημένη, οχι μόνο εξαιτίας της σημαντικής της διάκρισης και βράβευσης στο μεγάλο κινηματογραφικό φεστιβάλ της Βενετίας, αλλά και εξαιτίας της σκληρής θεματικής την οποία πραγματεύεται.
Καταρχάς να τονίσουμε πως και αυτό το δημιούργημα τοποθετείται σίγουρα μέσα στην ομάδα των ελληνικών ταινιών του λεγόμενου πια "weird greek cinema" μιας που οι δημιουργοί στην αναζήτηση της στυλιζαρισμένης αισθητικής και των ακραίων κοινωνικοπολιτικών πειραματισμών, μοιάζουν να ακολουθούν πλέον μια κοινή τακτική, μια παντιέρα η οποία απογειώθηκε μέσα από τον "Κυνόδοντα" του Γιώργου Λάνθιμου.
Το γεγονός πως οι περισσότεροι πια-σίγουρα οχι όλοι-Έλληνες δημιουργοί έχουν στραφεί σε μια εναλλακτική, σκηνοθετικά, απεικόνιση της σκληρότητας με την οποία βάλλεται η "αγία ελληνική οικογένεια" από παντού, αποτελεί μεν μια κάποια πρωτοτυπία, σίγουρα όμως όταν αυτό επαναλαμβάνεται διαρκώς, παύει σταδιακά να χαρακτηρίζεται από την πρότερη δυναμική του με αυτό να ωθεί εκ των πραγμάτων τον κάθε δημιουργό στην αναζήτηση της νέας έκπληξης, της νέας πρόκλησης και της ενσωμάτωσης της βίας σε κάθε της μορφή, σε μια προσπάθεια να ακουστεί δυνατά και καθαρά η αποδόμηση του τριπτύχου "πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια".
Μια από τις έξυπνες και σκηνοθετικά λειτουργικές επιλογές στην παρουσίαση της ταινίας, είναι η σταδιακή εξέλιξη των μικρών ανατροπών με τις οποίες γεμίζει ο Αβρανάς τις σκηνές του, καθιστώντας άκρως ενδιαφέρουσα την καταληκτική τους πορεία. Ταυτόχρονα το κατακερματισμένο, απότομο μοντάζ δίνει ένα κοφτό, σχεδόν επιτακτικής ανάγκης ύφος, το οποίο πυροδοτεί επί της ουσίας ολόκληρη την επερχόμενη μετάβαση εξουσίας, η οποία πέφτει βαριά σαν ταφόπλακα πάνω στους ήρωες, παρά την αρχική εκτίμηση πως η λύτρωση είχε επιτέλους χτυπήσει την πόρτα.
Η σκηνοθεσία του Αβρανά ακολουθεί κλασικά μοτίβα χρωματικού φίλτρου και παλιακής αισθητικής, επιβεβαιώνοντας την τάση των δημιουργών μας τα τελευταία χρόνια στην αποτύπωση μιας εν δυνάμει σουρεαλιστικής εικόνας, μιας παλαιωμένης ματιάς πάνω στην ανθρώπινη φύση και την αγριότητα που κρύβουμε μέσα μας.
Θα ήταν υποκριτικό να μην πούμε πως κάποιες ομοιότητες του "Miss Violence" με τον "Κυνόδοντα" σε "χτυπούν" απευθείας στις αισθήσεις με την έναρξη της ταινίας, μιας που εκτός από την δημιουργική προσέγγιση (η οποία τείνει πλέον να είναι ακριβώς η ίδια, με ελάχιστες μόνο αλλαγές), και η ιστορία επικεντρώνεται στην παρουσίαση μιας εις βάθους προβληματικής οικογένειας, τα μυστικά της οποίας αποκαλύπτονται προοδευτικά, με τον θεατή βέβαια να είναι έτσι κι αλλιώς υποψιασμένος από την αρχή πως κάτι δεν πάει καθόλου καλά. Και αυτό το κάτι είναι για ακόμη μια φορά "ο πατέρας αφέντης".
Η πατριαρχική εξουσία και το αρσενικό καταδυνάστευμα αποτελούν πάγιες σεναριακές τακτικές μεγάλων σκηνοθετών, όπως των αδελφών Taviani στο "Padre padrone", αλλά και του εποχής "Δόγματος 95", "Festen" του Thomas Vintenberg το οποίο μοιράζεται εξίσου πολλά κοινά στοιχεία με το "Miss Violence" περιλαμβάνοντας τα απολύτως απαραίτητα: μια γιορτή, έναν θηλυκό θάνατο, μια σκληρή αποκάλυψη, έναν πατέρα που δεν ήταν ποτέ πατέρας και το τρύπιο μετά.
Αν κάποιος προσέξει από την αρχή το καδράρισμα του πατέρα σε σχέση με την υπόλοιπη οικογένεια, αντιλαμβάνεται γρήγορα τον ρόλο που επιτελεί στην προκειμένη περίπτωση η σκηνοθεσία, καθιστώντας μας διαρκώς μάρτυρες ενός κατακερματισμένου κορμιού, το οποίο φιλμάρεται με το πρόσωπο εκτός κάδρου. Ενδεχομένως και να μιλάμε για μια ξεκάθαρη νύξη της οικουμενικότητας αυτού του πατέρα- ψευδοπροστάτη, που πρώτος προδίδει οτι σημαντικότερο έχει κανείς στην ζωή του.
Το γεγονός πως από την ταινία του Αβρανά απουσιάζει και το πιο μικρό στοιχείο αισιοδοξίας και προστατευτισμού εξάλλου (ή το οποίο όταν υπάρχει εμφανίζεται σε περιορισμένες δόσεις και πάντα στα όρια του αποστειρωμένου), είναι απλώς μια ακόμη ένδειξη του ζοφερού, άρρωστου κλίματος μέσα στο οποίο ο όρκος σιωπής περιδιαβαίνει ανάμεσα στις πόρτες που ο "αφέντης" επιβάλει να παραμένουν ανοιχτές. "Δεν έχουμε τίποτα να κρύψουμε σε αυτό το σπίτι", λέει. Όχι, εκτός από ματωμένες ψυχές και φόβο, τίποτα άλλο...
Οι ερμηνείες εξίσου χαρακτηριστικές, κινούνται στα όρια του επιτιδευμένου και του ξώφαλτσα ρεαλιστικού με τον Θέμη Πάνου να κερδίζει το στοίχημα (και το βραβείο) του λύκου μεταμφιεσμένου σε αμνό του Θεού και την Ελένη Ρουσσινού να κυριαρχεί σε μια σχεδόν σχιζοφρενική ερμηνεία.
Το "Miss Violence" δεν είναι μια ταινία που δεν έχεις ξαναδεί. Διαθέτει όμως ατμόσφαιρα, πολύ καλή σκηνοθεσία (αν και πρέπει να είστε έτοιμοι για τις άκρως disturbing στιγμές που την συνοδεύουν), βουβές ερμηνείες και έναν τίτλο, η αποκρυπτογράφηση του οποίου έρχεται ξαφνικά και αδυσώπητα, στην καλύτερη ίσως, στιγμή της ταινίας. Αν μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι δηλαδή...
Τι έμαθα από την ταινία: Οτι το τραγούδι της Shaya δεν θα είναι ποτέ ξανά το ίδιο για εμένα, οτι κάνει ένα πέρασμα ο Μηνάς Χατζησάββας και ο Χρήστος Λούλης.
No trivia
η δική μου άποψη δεν είναι ιδιαίτερα καλή για την ταινία. Όπως είπες και συ, δεν είναι κάτι που δεν έχουμε ξαναδει. Και επειδή το έχουμε ξαναδεί από πολλές μεριές (Λάνθιμος, Τσαγγαρη, Χάνεκε, Δόγμα 95') νομίζω ότι ο πιό έυκολος τρόπος να "ξεχωρίσει" ήταν οι σκηνές που μοιάζουν να είναι εκεί απλώς για να προκαλούν, καθώς και το εντελώς απαισιόδοξο φινάλε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπίσης, αναρωτιέμαι με ποιόν τρόπο άραγε κα σε ποιό βαθμό είναι αυτό Ελληνικό σινεμά; Και εννοώ φυσικά πέρα απο την κααγωγή του σκηνοθέτη και την Ελληνική γλώσσα που μιλόυν οι ηθοποιοί. Δηλαδή, θα το δει καποιος ξένος και θα σκεφτει.. την Ελλάδα με κάποιον τρόπο; Υποψιάζομαι ότι αυτή η έλλειψη χαρακτήρα (έτσι το βλέπω εγώ) είναι έναν λόγος που το Ελληνικό κοινό δεν ταυτίζεται τόσο εύκολα και δεν βλέπει τόσο πολύ αυτές τις ταινίες.
Η αλήθεια είναι πως πλέον, σε μεγάλο βαθμό πολλοί το βλέπουν έτσι, ως την μανιέρα που έχουν αποφασίσει να ακολουθούν κάποιο Έλληνες δημιουργοί, σχετικά με απαισιόδοξα σενάρια, μουντή σκηνοθεσία παλιακής αισθητικής (ή σουρεάλ κωδίκων), καθώς και καθαρά μηχανικών ερμηνειών. Το weird cinema μας, απογειώθηκε με τον Αβρανά. Και αναμένεται να συνεχιστεί και με την νέα ταινία του Λάνθιμου, στην οποία έχει μαζέψει βέβαια και ένα εξαιρετικό, "εξωτερικό" cast.
ΑπάντησηΔιαγραφή